ΝΟΜΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ: «Έννοια ΤΡΙΤΟΥ στο ποινικό αδίκημα της απλής και συκοφαντικής δυσφήμησης

Πρωτοποριακή απόφαση Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Σπάρτης»

Δευτέρα, 12 Νοέμβριος 2018 20:19 | | E-MAIL ΕΚΤΥΠΩΣΗ

Α/ Σήμερα είμαι στην ευχάριστη θέση να δημοσιεύσω (μετά την καθαρογραφή και θεώρησή της) την υπ’ αρ. 1386/19-09-2017 απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Σπάρτης, η οποία ορθοτόμησε επί ενός κομβικού για την πλήρωση της αντικειμενικής υποστάσεως του ποινικού αδικήματος της απλής και συκοφαντικής δυσφήμησης ζητήματος: Περί του κατά πόσον θεωρείται τρίτος, ενώπιον του οποίου λαμβάνει χώρα ο ψευδής ισχυρισμός επί συκοφαντικής δυσφήμησης ο κάθε θεσμικά επιφορτισμένος να συντάσσει δικόγραφα (π.χ. ο Δικηγόρος που συντάσσει μία αγωγή) να παραλαμβάνει δικόγραφα (π.χ. ο γραμματέας του δικαστηρίου που προσδιορίζει την συζήτηση της αγωγής) να επιδίδει δικόγραφα (π.χ. ο Δικαστικός Επιμελητής που κοινοποιεί την αγωγή ή ένα εξώδικο) να κρίνει δικόγραφα (π.χ. ο Εισαγγελέας που επεξεργάζεται μία μήνυση, ο Δικαστής που δικάζει μία αγωγή).
Β/ Επιτρέψτε μου πριν υπεισέλθω εις τον σχολιασμό της ανωτέρω αποφάσεως, να τονίσω ότι συχνά παραπονείται ο κόσμος, ότι καθυστερεί η απονομή της δικαιοσύνης. Αυτό είναι αληθές και συμβαίνει διότι οι Δικαστές λόγω φόρτου εργασίας και ανάλωσης του χρόνου τους σε ήσσονος σημασίας υποθέσεις, δεν έχουν τον χρόνο να ασχοληθούν με πραγματικά σοβαρές υποθέσεις και κατ΄ επέκταση να εκδώσουν σύντομα αποφάσεις.
Λυπούμαι που θα το γράψω αλλά είναι γεγονός ότι η Θέμιδα θέλει σε αρκετές περιπτώσεις ναταλαιπωρείται ασκόπως, αναλωνόμενη σε μία σειρά ποινικών υποθέσεων που ΔΕΝ ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ να έρχονται στο ακροατήριο.
Εάν είχαμε στην Ελλάδα αρκετούς Δικαστές, όχι πολλούς, που έκριναν τις υποθέσεις που χειρίζονταν με την ευρύτητα του πνεύματος που επιβάλει ο πραγματικός ρόλος του καλού δικαστή, βέβαιον είναι ότι οι μισές από τις σημερινές υποθέσεις δεν θα έρχονταν στο ποινικό ακροατήριο.
Δείτε τι δικάζουν τα πλημμελειοδικεία. Συκοφαντικές δυσφημήσεις, ψευδορκίες, ψευδείς καταμηνύσεις, απάτες επί δικαστηρίω, παλιότερα αυτοδικίες (όσο ήταν πλημμελήματα) δηλαδή υποθέσεις που έχουν καθαρό αστικό υπόβαθρο και μετουσιώνονται σκοπίμως σε ποινικά αδικήματα, για να εξυπηρετήσουν ιδιοτελείς σκοπούς, ήτοι περιουσιακά οφέλη των μηνυτών. Κάποτε δικάζαμε αυτοδικίες δύο μέρες για να βγει μία απόφαση. Όλο το πινάκιο έμενε πίσω για μία καθαρά αστική διαφορά που είχε μετουσιωθεί στο «φοβερό και τρομερό» ποινικό αδίκημα τηςαυτοδικίας!!!
Σήμερα το ίδιο γίνεται με τις ψευδείς καταμηνύσεις και τις ψευδορκίες. Όμως με τις απλές και συκοφαντικές δυσφημήσεις το πράγμα έχει παραγίνει. Έρχονται κατηγορούμενοι ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων άνθρωποι επειδή τόλμησαν αντικρούοντας με τον δικηγόρο τους ένα δικόγραφο (π.χ. μία εναντίον τους αγωγή ή ένα εξώδικο) να διαλάβουν στις προτάσεις που κατέθεσαν ενώπιον του δικαστηρίου, ή στην εξώδικη απάντησή τους, ισχυρισμούς φερόμενους ως συκοφαντικούς απ΄ τον αντίδικο τους.
Με τον ισχυρισμό επί παραδείγματι, ότι τις προτάσεις του αντιδίκου του, με τους ψευδείς κατά την άποψη του μηνυτή ισχυρισμούς του, έλαβαν γνώση ως τρίτοι, πρώτον ο Δικηγόρος που τις συνέταξε, δεύτερον ο γραμματέας του Δικαστηρίου στον οποίον κατατέθηκαν και τρίτον ο Δικαστής πουθα κρίνει το περιεχόμενό τους, η Εισαγγελική αρχή ασκεί ποινική δίωξη κατά του διαδίκου και αυτός παραπέμπεται σε δίκη ως κατηγορούμενος για συκοφαντική δυσφήμηση.
Σε άλλες περιπτώσεις η μήνυση ασκείται επειδή ο διάδικος συνέταξε μέσω Δικηγόρου μια αγωγή, με συκοφαντικούς κατά την άποψη του αντιδίκου του ισχυρισμούς, τους οποίους κατά τον μηνυτή έλαβαν γνώση ως τρίτοι, εκτός του συντάξαντος δικηγόρου του αντιδίκου του, ο γραμματέας του δικαστηρίου που την προσδιόρισε για συζήτηση, αλλά και ο επιφορτισμένος με την επίδοση της αγωγής δικαστικός επιμελητής.
Γ/ Σε αυτήν την πραγματική «παρωδία» τέτοιων μηνύσεων, η ποινική δικαιοσύνη αφιερώνει ώρες επί ωρών στο πλαίσιο όχι μόνο της προδικασίας, αλλά και της ακροαματικής διαδικασίας, έως ότου αποφανθεί τελικώς εάν πράγματι η αγωγή ή οι προτάσεις ή το εξώδικο εμπεριείχαν συκοφαντικούς ισχυρισμούς, έχοντας πάντα ως δεδομένο – και μάλιστα και με την «βούλα» του Άρειου Πάγου -ότι ως τρίτος στο έγκλημα της συκοφαντικής δυσφήμησης νοείται π.χ. ο Δικηγόρος, ο γραμματέας του δικαστηρίου, ο Εισαγγελέας, ο Δικαστής, ο Δικαστικός Επιμελητής, δηλαδή όλα τα πρόσωπα που είναι θεσμικά επιφορτισμένα καιαρμόδια να συντάσσουν, παραλαμβάνουν, επιδίδουν και κρίνουν δικόγραφα.
Πολλοί άνθρωποι καταδικάστηκαν συνεπεία τέτοιων μηνύσεων, ενώ για τον Δικηγορικό και Δικαστικό κόσμο της χώρας ήταν αδιανόητος ένας ισχυρισμός του τύπου: Δεν είναι τρίτοι όλοι οι ανωτέρω…
Το 2017 δημοσιεύθηκε η υπ’ αρ. 201/2017 διάταξη του Εισαγγελέως Πρωτοδικών Αθηνών Νικολάου Δεληδήμου εις την οποία με θάρρος, πληρότητα και τεκμηριωμένη άποψη ο εν λόγω Εισαγγελικός λειτουργός, έκρινε ότι στο ποινικό αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμησης, δεν είναι «τρίτος» κατά την έννοια του νόμου εκείνος ο οποίος λαμβάνει γνώση ισχυρισμών εκ λόγων καθήκοντος, όπως είναι οι
Δικαστικοί λειτουργοί, οι δικαστικοί υπάλληλοι και οι δικαστικοί επιμελητές οι οποίοι έλαβαν γνώση των προτάσεων του εγκαλουμένου και της εξωδίκου δηλώσεώς του.
Ο ανωτέρω Εισαγγελικός λειτουργός τον οποίο είχα την τύχη να γνωρίσω όταν ήταν Αντεισαγγελέας Πρωτοδικείου Γυθείου, είχε το θάρρος να μην ασκήσει ποινική δίωξη για συκοφαντική δυσφήμηση κατά προσώπου που διέλαβε σε δικόγραφο προτάσεών του, ενώπιον αστικού δικαστηρίου, ισχυρισμούς φερόμενους ως συκοφαντικούς.
Εν συνεχεία της διατάξεως αυτής ακολούθησε το Μονομελές Πλημμελειοδικείο Ξάνθης με την υπ’ αρ. 68/2017 απόφασή του, δημοσιευμένη στο τεύχος Φεβρουαρίου 2018 του Νομικού περιοδικού Ποινική Δικαιοσύνη.
Ήταν η μοναδική έως τότε απόφαση κατώτερου Δικαστηρίου της ουσίας που υιοθέτησε πλήρως την ανωτέρω εισαγγελική διάταξη, με περαιτέρω αναφορά και σε ποινική θεωρία. Με την απόφαση αυτή αθωώθηκε κατηγορούμενος για συκοφαντική δυσφήμηση με την αιτιολογία, ότι δεν είναι τρίτοι τα πρόσωπα που έλαβαν γνώση των γραπτών εξηγήσεων του κατηγορούμενου ενώπιον του Πταισματοδίκη, ήτοι ο Πταισματοδίκης, ο Εισαγγελέας και οι γραμματείς που χειρίστηκαν την υπόθεση.
Εν συνεχεία της αποφάσεως αυτής εξεδόθη την 19-9-2017 απ΄το Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Σπάρτης, η υπ’ αρ. 1386/19-9-2017 απόφαση με Δικαστή την εξέχουσα Πρωτοδίκη Σπάρτης και τότε Ανακρίτρια κα Παρασκευή Αλτανοπούλου, με την οποία, κατόπιν συμφώνου προτάσεως της Αντεισαγγελέως Πρωτοδικών Ευαγγελίας Χατζηαγγελή,έγινε δεκτός ο αυτοτελής ισχυρισμός της εκεί κατηγορούμενης για συκοφαντική δυσφήμηση και πράγματι αθωώθηκε, διότι όπως δέχθηκε το Δικαστήριο, δεν ήταν τρίτος ο δικαστικός επιμελητής, ο οποίος επέδωσε το φερόμενο ως συκοφαντικό δικόγραφό της στον αντίδικο της, ούτε ο συντάξας αυτό Δικηγόρος της.
Δ/ Παραθέτω τον προβληθέντα εκ μέρους μου ως συνηγόρου υπερασπίσεως αυτοτελή ισχυρισμό, καθώς και το αιτιολογικό της 1386/2017 αθωωτικής αποφάσεως:
«Ενώπιον του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Σπάρτης
ΑΡΝΗΣΗ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ – ΑΥΤΟΤΕΛΕΙΣ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Δικάσιμος: 19 – 09 – 2017
******
Κατηγορούμαι ότι την 04 – 10 – 2011 τέλεσα το ποινικό αδίκημα της συκοφαντικής δυσφημήσεως κατά του εγκαλούντος Ι.Π. , με την επίδοση προς αυτόν της από 30 – 09 – 2011 εξωδίκου δηλώσεως μετά προσκλήσεως και διαμαρτυρίας του πληρεξουσίου Δικηγόρου μου Χρήστου Α. Πλειώτα, εις την οποίαν – κατά το κλητήριο θέσπισμα – διαλαμβάνονται συκοφαντικοί κατά του εγκαλούντος ισχυρισμοί μου ενώπιον τρίτων.
ΜΗ ΠΛΗΡΩΣΗ ΤΗΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ ΥΠΟ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΟΣ:
Στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασης του ποινικού αδικήματος της απλής αλλά και της συκοφαντικής δυσφήμησης μεταξύ των άλλων είναι ο ισχυρισμός ή η διάδοση να έλαβε χώρα ενώπιον τρίτου.
Δεν μπορεί, ως «τρίτος» της οικείας ποινικής διάταξης (άρθρα 362, 363 ΠΚ) να θεωρηθεί πρόσωπο θεσμικά (δικονομικά) εξουσιοδοτημένο να παραλαμβάνει και να εξετάζει μηνύσεις, καταγγελίες, αναφορές των πολιτών (π.χ. ο εισαγγελέας, ο δικαστής μίας υπόθεσης, ο αρμόδιος γραμματέας), καθότι κατά την ενάσκηση των καθηκόντων του αποβάλλει την προσωπική του «ταυτότητα» και εξυπηρετεί αποκλειστικά τον ανατεθειμένο σ’ αυτό θεσμικό του ρόλο. Το δικαστικό πρόσωπο δεν είναι «τρίτος» θεσμικά και δικονομικά ως προς το βιοτικό συμβάν, όπως λ.χ. ο οποιοσδήποτε παρών, ο οποίος θα λάβει γνώση της δυσφημιστικής εκδήλωσης ή ο απλός θεατής του βιοτικού συμβάντος κατά τον χρόνο της εξέλιξής του. Τα δικαστικά πρόσωπα, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, έχουν αυστηρά προκαθορισμένους ρόλους, δεν εκφράζουν την προσωπική τους άποψη, δεν δικαιούνται να προβαίνουν σε σχολιασμό όσων εκτίθενται στα πλαίσια της οικείας διαδικασίας (προδικασίας και κύριας διαδικασίας), δεν διασκέπτονται δημοσίως (πρβλ. άρθρο 371 ΚΠΔ, 301 ΚΠολΔ), δεν τους αφορά το πρόσωπο των διαδίκων (in rem εξελίσσεται η ποινική δίκη, in personam κηρύσσεται η ενοχή ή η αθωότητα- πρβλ. άρθρο 370 ΚΠΔ). Δεν μπορούν, εξάλλου, οι ανύπαρκτες, ως δικονομικό μέγεθος, «υπόνοιες» του εισαγγελέα ή του δικαστή κατά την εκδίκαση μίας υπόθεσης, ν’ αναχθούν σε (δικονομικό) μέγεθος μετρήσιμο που αξιολογείται για τον σχηματισμό της δικαστικής κρίσης (βλ. ΠολΠρΑθ 373/2016).
Τόσο για την ασφάλεια του δικαίου όσο και το κυριότερο προς απόλυτη ευθυγράμμιση με τις προβλέψεις και τα στοιχεία της αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης της διάταξης του άρθρου 363 ΠΚ και φυσικά προς πλήρη εναρμόνιση με την απλή λογική, στην έννοια του τρίτου δεν εντάσσονται ούτε οι δικαστικοί επιμελητές (βλ. Θρασύβουλου Θ. Κονταξή ΠοινΔικ 4/2015 σελ. 361 επ).
Ως τρίτος μπορεί θα θεωρηθεί μόνο το πρόσωπο στο οποίο απέβλεψε ο ίδιος ο δράστης. Κατά συνέπεια δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό ότι ο φερόμενος ως δράστης αποβλέπει σε πρόσωπο τρίτου, του οποίου η ταυτότητα και όλα τα στοιχεία προσδιορισμού του (π.χ. φύλλο, ηλικία, γνώσεις κ.λπ.) κατά την εκδήλωση του ψευδούς ισχυρισμού, είναι άγνωστα και απροσδιόριστα (ελλείπει και αυτό τούτο το έλλογο ελατήριο).
Η θεωρία του συκοφαντικού βέλους που διασχίζει τον χρόνο αφήνοντας διαρκώς το δυσφημιστικό αποτύπωμά του, είναι ασύμβατη με τις γενικές αρχές ασφαλείας ενός ποινικού συστήματος. Αν ο τρίτος είναι απλά και μόνο θεσμικά αρμόδιος και δικονομικά εξουσιοδοτημένος να παραλαμβάνει δικόγραφα και να τα κοινοποιεί, όπως ο δικαστικός επιμελητής που δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας δικονομικός διακομιστής, μεταξύ του αποστέλλοντος το εξώδικο και του λαμβάνοντος αυτό, τότε δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ταυτίζεται με την έννοια του τρίτου στην οικεία ποινική διάταξη.
Ο τρίτος θα πρέπει εν δυνάμει να μπορεί και να θέλει ή να έχει την ανάλογη δυνατότητα να μορφώσει αρνητική άποψη για το πρόσωπο του αναφερόμενου και η άποψή του αυτή να είναι αφηρημένα δυνατή να επηρεάσει κάποιο τομέα της ζωής του υποκειμένου.
Συνεπώς δεν είναι νοητή δυσφήμηση προσώπου λαβούσα χώρα ενώπιον ατόμων τα οποία ουδεμία σχέση (άμεση, έμμεση, πιθανή κ.λπ.) συνάρτηση, εξάρτηση, επαφή (κοινωνική, επαγγελματική, άτυπη ή τυπική) έχουν ούτε με τον θύτη ούτε με τον θιγόμενο.
Η αποστολή ενός εξωδίκου ως υλική ενέργεια δεν μπορεί να θεωρηθεί όχημα (ειδικός σκοπός) συκοφάντησης ενός προσώπου, χωρίς ανάδειξη και απόδειξη ενός τελικού στόχου δυσφήμησής του. Θα μπορούσε να τεθεί ζήτημα ειδικού σκοπού εξύβρισης εάν το εξώδικο είχε αναρτηθεί ως σχετική καταγγελτική επιστολή στο διαδίκτυο ή σε χώρο ανακοινώσεων του Δικηγορικού Συλλόγου, ή εάν είχε διαβιβασθεί σε άλλους Διοικητικούς φορείς μη άμεσα αρμόδιους προς επίλυση του θέματος π.χ. Υπουργείο Δικαιοσύνης ή εάν είχε προωθηθεί προς τον τύπο.
Για να προκύψει καταδίκη μου για συκοφαντική δυσφήμηση του εγκαλούντος μέσω της επίδοσης προς αυτόν της εξωδίκου δηλώσεώς μου, την οποία κοινοποίησε χωρίς να είναι βέβαιον ότι έλαβε γνώση της,ένας άγνωστος εις εμέ και τον αντίδικο δικαστικός επιμελητής, θα πρέπει ως προϋπόθεση κηρύξεως της ενοχής μου, να προηγηθεί η «λογική» αποδοχή ότι αίφνης εγώ ένα πρωί έχοντας αποφασίσει να διασύρω τον εγκαλούντα το έπραξα ενώπιον ενός και μόνο αγνώστου εις εμέ αλλά και εις τον εγκαλούντα προσώπου!!! ήτοι ενώπιον του Δικονομικού διακομιστού των απόψεών μου!!! Αυτό όμως δεν είναι λογική αποδοχή, αλλά λογική του παραλόγου. »
Ε/ Το ΜονομελέςΠλημμελειοδικείο Σπάρτης δέχθηκε τα εξής: «Από τις διατάξεις των άρθρων 362, 363 ΠΚ προκύπτει ότι το έγκλημα της συκοφαντικής δυσφημήσεως στοιχειοθετείται όταν κάποιος ισχυρίζεται ή διαδίδει για άλλον περιστατικά του εξωτερικού κόσμου, εμπίπτοντα στις αισθήσεις και υποκειμενικώς ελέγξιμα (δεκτικά αποδείξεως: ΑΠ 318/2015, ΠΧρΞΣΤ,346) που είναι αντικειμενικά ψευδή (ΑΠ 905/2010, ΠΧρΞΑ, 266) εν γνώσει του δράστη περί της αναλήθειας τούτων και υπό την πρόθεση του να προβεί στην εκφορά βλαπτικής της τιμής ισχυρισμού ή διαδόσεως (ΑΠ 359/2012, ΠΧρΞΒ, 744). Ο ισχυρισμός και η διάδοση αναγκαίως πρέπει να γίνονται ενώπιον τρίτου προσώπου. Δεν είναι όμως τρίτος κατά την έννοια του νόμου εκείνος ο οποίος λαμβάνει γνώσει ισχυρισμών εκ λόγων καθήκοντος, όπως είναι οι Δικαστικοί Λειτουργοί, οι δικαστικοί υπάλληλοι και οι δικαστικοί επιμελητές οι οποίοι έλαβαν γνώση των προτάσεων του εγκαλουμένου και της εξώδικου δηλώσεως του (βλ. σχετ. Θρασ. Κονταξής, Η έννοια τους τρίτου στο έγκλημα της συκοφαντικής δυσφήμισης σε Π. Δικ. 2015, 357 επ). Τυχόν αντίθετη θέση θα προσέθετε στα παραπάνω πρόσωπα και άλλα, απροσδιορίστου αριθμού και ταυτότητας, όπως οι παρευρισκόμενοι στο ακροατήριο του Δικαστηρίου κατά την εκδίκαση της υπόθεσης οι οποίοι αυτονόητα δεν είναι δυνατόν να εντάσσονται στον κύκλο των ανθρώπων, άγνωστοι σε όλους, ενώπιον των οποίων ο ισχυριζόμενος ή διαδίδων προτίθεται να βλάψει την τιμή κάποιου (βλ. και Δίον. Σπινέλλης, Προβλήματα εκ των εγκλημάτων διακινδύνευσης, σε ΠΧρ ΚΓ,241επ.). Εξάλλου, ο χαρακτήρας του εγκλήματος της συκοφαντικής δυσφήμησης ως αφηρημένης διακινδυνεύσεως, διόλου δεν σημαίνει ότι η βλάβη της τιμής νοείται υποθετικά (βλ. Θρ. Κονταξής, ό.π.). Στην περίπτωση μας τούτο θα οδηγούσε σε φαλκίδευση του συνταγματικού δικαιώματος δικαστικής προστασίας και την εξάρτηση της ασκήσεως του από το μέγεθος της ψυχικής αντοχής του ασκούντος ή προτιθέμενου να ασκήσει αυτό στο ενδεχόμενο καταμηνύσεώς του, για τούτο και μόνον, εκ μέρους εκείνου κατά του οποίου στρέφεται, δια της μετατροπής των εκπροσώπων της Δικαστικής Λειτουργίας σε τρίτους (επίσης βλ. Πολυμ. Πρωτ. Αθηνών: 373/2016, Χρ.Ι.Δ., ΙΣΤ, 270, ΔιατΕισΠλημΑθ.201/2017). Επομένως, δεν νοείται δυσφήμιση του εγκαλούντος δια των διαληφθέντων σε απευθυνθέν στον ίδιο εξώδικο εκ μέρους της κατηγορουμένης και κατόπιν τούτου πρέπει η κατηγορουμένη να αθωωθεί για την πράξη που της αποδίδεται. Δικάζει με παρούσα (δια πληρεξουσίου) την κατηγορούμενη Α.Σ., ……… Κηρύσσει την κατηγορούμενη Αθώα του ότι: Στις Κροκεές Λακωνίας, την 4-10-2011, ισχυρίστηκε ενώπιον τρίτων για άλλον γεγονότα που μπορούσαν να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη του, γνωρίζοντας ότι αυτά ήταν ψευδή και ειδικότερα• Στον ανωτέρω τόπο και χρόνο, επέδωσε στον εγκαλούντα, Ι.Π., την από 30-9-11 συνταχθείσα εξώδικη δήλωση - πρόσκληση - διαμαρτυρία, η οποία αναφερόταν στην από 26-9-2011 ένορκη κατάθεση του εγκαλούντος ως μάρτυρα ενώπιον του Ειρηνοδικείου Σπάρτης, κατά την εκδίκαση της από 20-9-2007 αγωγής του Ι. Κ. κατά της ανωτέρω κατηγορουμένης, στην οποία (εξώδικη δήλωση) διελάμβανε τους κάτωθι ψευδείς ισχυρισμούς, των οποίων έλαβε γνώση ο επιδώσας δικαστικός επιμελητής, Π. Ζ., τελώντας σε γνώση της αναλήθειας αυτών. "(...) ο δικηγόρος μου αποκάλυψε στο Δικαστήριο ότι έχουμε αντιδικία, διότι ο γιος του δεύτερου από Εσάς - κατ' ουσίαν Εσείς που είσαστε από πίσω - μου έχετε καταπατήσει εδαφικό μου τμήμα και έχει ήδη εκδοθεί απόφαση εναντίον του, άρα είναι αναξιόπιστη η μαρτυρία Σας(...) ο δεύτερος από Εσάς ποτέ δεν ήσασταν παρών κατά την μέτρηση του ακινήτου μου απ' τον πρώτο από Εσάς, ούτε μόνος ούτε επί τη παρουσία μου και επί τη παρουσία του αειμνήστου Δ. Σ.. Ποτέ δεν ήρθαμε σε διαπραγματεύσεις για να Σας πωλήσω το ακίνητο μου. (...) έλαβα την απόφαση να εμβαδομετρήσω μόνον διότι είχα πληροφορίες, ότι εσείς και η "Α.Κ Α.Ε." μου έχετε καταπατήσει συγκεκριμένα εδαφικά του τμήματα. Γνωρίζετε επίσης ότι ποτέ δεν θα δεχόμουν στο ακίνητο μου την παρουσία του δευτέρου από Εσάς κατά την έλευση του πρώτου, διότι Σας θεωρούσα καταπατητή μου (...) ποτέ ο Δ. Σ. δεν είχε υποδείξει ορόσημα του ακινήτου μου στον πρώτο από εσάς, ώστε βάσει αυτών να εμβαδομετρήσετε το ακίνητο μου στα 747 μόνο στρέμματα (...) Βεβαίως ο δεύτερος από Εσάς δεν ήλθατε τυχαία και από μόνος Σας στο Δικαστήριο. Σας προέτρεψε προς τούτο με πειθώ, προτροπές και φορτικότητα ο πρώτος από Εσάς, προκειμένου να έχει ψευδομάρτυρα για την αγωγή του (...) ο δεύτερος από Εσάς ψευδορκήσατε (...)". Αληθές όμως είναι ότι: α) ο ανωτέρω εγκαλών ουδέποτε καταπάτησε - είτε μόνος του είτε "ευρισκόμενος πίσω από τον γιο του" - εδαφικά τμήματα του ακινήτου της κατηγορουμένης, β») τα ορόσημα του κτήματος της κατηγορουμένης είχε υποδείξει στον εγκαλούντα ο Δ. Σ., γ) ο εγκαλών ήταν παρών κατά την μέτρηση του ακινήτου της κατηγορουμένης από τον μηχανικό της κατηγορουμένης Ι. Κ., δ) είχε διαπραγματευθεί μαζί της την αγορά του ακινήτου, ε) προσήλθε δε μόνος του στο Δικαστήριο και κατέθεσε αυτοβούλως την - κατά την πεποίθηση αυτού - αλήθεια και δεν κατέθεσε κατόπιν προτροπής του ενάγοντος, με σκοπό την ψευδορκία. Οι ανωτέρω ισχυρισμοί ήσαν βλαπτικοί για την τιμή του εγκαλούντος, καθ' όσον ενεφάνιζαν αυτόν να έχει διαπράξει καταπάτηση ακινήτου και ψευδορκία μάρτυρα ενώπιον Δικαστηρίου. Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε αμέσως στο ακροατήριο σε δημόσια συνεδρίαση».
ΣΤ/ Η ανωτέρω απόφαση είναι η πρώτη που εξεδόθη επί του σχετικού θέματοςστο Πρωτοδικείο Σπάρτης και φρονώ ότι είναι μία από τις μετρημένες στα δάκτυλα πανελλαδικά. Σαφώς και καταξιώνει την Δικαστική λειτουργό που την εξέδωσε – διότι όπως λέμε εμείς οι Δικηγόροι – πήγε contra σε πάγια περί του αντιθέτου νομολογία του Αρείου Πάγου.
Η δικαιοσύνη δεν εξυψώνεται - επιτρέψτε μου να πω - απ΄ τους Δικαστές που ακολουθούν πιστά και τυφλά την συντηρητική πεπατημένη οδό, μιας άλλης εποχής, αλλά απ΄ τους Λειτουργούς της που τολμούν και ανοίγουν νέους δρόμους στην νομολογία. Που ορθώνουν με άποψη ανάστημα.
Η νομολογία δεν διαμορφώνεται μόνο από το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο, αλλά και επιβάλλεται ενίοτε απ’ τους Δικαστές της ουσίας που έχουν θάρρος και άποψη.
Ευελπιστώ ως μαχόμενος Δικηγόρος του ιστορικού Πρωτοδικείου Σπάρτης, απ’ το οποίο πέρασαν Δικασταί κύρους και αξίας – οι οποίοι παρεμπιπτόντως ήταν όλοι τους κατά βάση αθωωτικοί (τυχαίο άραγε ;) και όχι καταδικαστικοί – να υιοθετηθεί παγίως ως προς το επίμαχο ζήτημα του ποίος είναι τρίτος στο ποινικό αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμησης η ανωτέρω απόφαση και επιτέλους να μην έρχονται καν στοακροατήριο υποθέσεις για παράβαση άρθρων 362 – 363 ΠΚ με φερόμενους ως τρίτους, αποδέκτες των φερομένων ως συκοφαντικών ισχυρισμών, θεσμικά επιφορτισμένα πρόσωπα που εκ καθήκοντος και μόνον συντάσσουν, προσδιορίζουν, επιδίδουν, επεξεργάζονται και δικάζουν δικόγραφα.
Εύχομαι η Εισαγγελική αρχή Σπάρτης τέτοιες μηνύσεις επιτέλους να τις θέτει στο αρχείο ως ουσία αβάσιμες.

ΔΕΙΤΕ ΤΑ ΟΛΑ ΣΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΑΡΘΡΑ
του Ανδρέα Πετρουλάκη
Το κλίκ της ημέρας
του Ανδρέα Πετρουλάκη

Πρόσφατα Νέα

LINARDI
Koutsoviti