Η Χαμοκέλα ήταν το πιο παλιό και φτωχικό σπίτι που κατοίκησε η ελληνική οικογένεια του χωριού. Η ετυμολογία της λέξης τα λέει ΟΛΑ:
Χαμοκέλα: Προέρχεται από τις λέξεις… Χάμο + κέλα. Το «χάμο» προέρχεται από το αρχαίο «χαμαί» (κάτω, επί του εδάφους, χάμω, χάμου, χαμηλά) ενώ η λέξη «κέλα» (κελί) προέρχεται από το μεσαιωνικό «κέλλα», που με τη σειρά του κι αυτό προέρχεται από το λατινικό «cella».
Η Χαμοκέλα, λοιπόν, όπως ακριβώς μαρτυρά το όνομά της, ήταν ένα ισόγειο μικρό σπίτι (ένα «κελί»), ενός δωματίου όλο κι όλο, χτισμένο με πέτρα ακατέργαστη ή πλίθρες και σκεπή με κεραμίδια ή πλάκες πέτρινες. Το δάπεδο ήταν από «πατημένο» χώμα και συνήθως δεν είχε τζάκι παρά μια γωνιά (εστία, στια, παραστιά) που εκεί άναβαν φωτιά με ξύλα για να μαγειρέψουν και για να ζεσταθούν το χειμώνα.
Όταν άναβαν φωτιά η χαμοκέλα πνιγόταν στον καπνό που έβγαινε μόνο από τις χαραμάδες της σκεπής, αφού δεν υπήρχε ταβάνι. Γι’ αυτό και οι χαμοκέλες ήταν κατάμαυρες στο εσωτερικό τους από την κάπνα. Στον τοίχο κρεμόταν το λυχνάρι ή η λάμπα του πετρελαίου και δίπλα στην εστία ή στο τζάκι (αν υπήρχε) ήταν τα σανιδένια κρεβάτια (αν υπήρχαν κι αυτά) του ζεύγους και των παιδιών, με στρώματα και προσκέφαλα από άχυρο και τα γνωστά στρωσίδια σαΐσματα, υφαντά σεντόνια, απλάδια, κλπ.
Τη χαμοκέλα τη χώριζαν σε δυο μέρη: Το ένα ήταν για τους ανθρώπους και το άλλο για τα ζώα.
Το χώρισμα των ζώων είχε τη δική του πόρτα κι από κει έβαζαν μέσα τα άλογα, τα μουλάρια, τα γαϊδούρια και τις γίδες. Λίγο παραπάνω από τη ράχη των ζώων έφτιαχναν πάτωμα από σανίδες και πάνω σ’ αυτό έβαζαν οι νοικοκυραίοι τα αμπάρια με τα σιτηρά τους και τα μπαούλα με το γιούκο τους. Σ’ αυτά τα πατώματα έστρωναν το καλοκαίρι και κοιμούνταν στρωματσάδα επειδή ήταν πιο δροσερά. Στον χώρο αυτόν, πάνω από τα ζώα, υπήρχε κι ένα παράθυρο μικρό για να μπαίνει φως και οι άνθρωποι ανέβαιναν εκεί από μια ξύλινη σκάλα.
Τα παράθυρα της χαμοκέλας ήταν χωρίς τζάμια, μόνο με τα πατζούρια από σανίδες δρύινες, για να αντέχουν το νερό της βροχής.
Σε αυτά τα μικρά πρωτόγονα δωμάτια μεγάλωσαν οι πρόγονοί μας. Σ’ αυτές τις μικρές χαμοκέλες που γέμιζαν με τα γέλια και τα κλάματα, τις γιορτές και τα πένθη τους.
Αυτές οι χαμοκέλες έγιναν οι «σπηλιές της Βηθλεέμ» και οι «φάτνες» που φιλοξένησαν και ζέσταναν το νέο Ελληνισμό!
Λαογραφικά θέματα: Η χαμοκέλα
ΔΕΙΤΕ ΤΑ ΟΛΑ ΣΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ
ΑΡΘΡΑ




