Δικός μου και ο Αύγουστος με τις μεγάλες μνήμες
Διονύσης Καρατζάς
Αύγουστος ο μήνας της μνήμης. Όταν οι άνθρωποι έκαναν, στην κυριολεξία, διακοπές με συγγενείς και φίλους στα χωριά τους. Όταν θυμόταν τα παλιά και η μνήμη φωτιζόταν με περισσότερες λεπτομέρειες.
Όταν γιαγιάδες και παππούδες καιρό πριν ετοίμαζαν για να υποδεχθούν παιδιά και εγγόνια. Όταν οι κήποι άνθιζαν και καρποφορούσαν. Οι φούρνοι με τα ζεστά ψωμιά και τα παξιμάδια σκόρπιζαν ευωδιές.
Η προσμονή μεγάλη και η χαρά περίσσευε.
Όταν οι ασβεστωμένες αυλές και τα πεζούλια θα γέμιζαν παραμύθια και γλυκά του κουταλιού. Οι γειτονιές παιδικά παιχνίδια, χαρές, φωνές και γέλια.
Η πλατεία του χωριού με την φροντίδα όλων, θα έβαζε τα καλά της για το μεγάλο αντάμωμα. Το πανηγύρι του χωριού.
Όταν η ζωή ήταν γιορτή και κανείς δεν πείναγε.
Τότε που τα σπίτια άνοιγαν διάπλατα και το κλειδί έμενε κάτω από το γεράνι.
Τότε που η ευτυχία δεν ζητούσε πολλά. Ένα χαμόγελο και φιλότιμο!
Τότε που η πατρίδα γιάτρευε τις πληγές της με τα ήθη και τα έθιμα κάθε τόπου.
Τότε που γιόρταζε!
Και όλα αυτά καταγράφονταν στην μνήμη, για να πάρει φόρα η ζήση, που θα έλεγε και ο Καζαντζάκης. Νοσταλγία!
Μια πραγματικότητα που κράτησε χρόνια και οι άνθρωποι είχαν ρίζες, τις γνώριζαν και τις τιμούσαν.
Όταν τα παιδιά άκουγαν την ντοπιολαλιά, τις παροιμίες, τα τραγούδια.
Όταν το όνειρο να βρεθούν στα πάτρια εδάφη κρατούσε έναν ολόκληρο χρόνο και το χωριό στην φαντασία τους γινόταν μύθος και ο παππούς και η γιαγιά θρύλοι.
Όταν η ιστορία του τόπου ξαναζωντάνευε στη μνήμη μέσα από αφηγήσεις και βιώματα.
Όταν όλοι είχαν ένα χωριό για να καυχηθούν, να μνημονεύουν , να ελπίζουν. Είχαν ρίζες!
Τότε που η χειρωνακτική εργασία και τα ροζιασμένα χέρια έκαναν τον παππού και την γιαγιά ήρωες στα μάτια των παιδιών.
Τότε που οι άνθρωποι γνώριζαν τους καιρούς.
Τότε που ζούσαμε…
Εις μνήμην του Αυγούστου! Σε ώρες παγκόσμιου κοχλασμού, όπως επισήμως ανακοινώθηκε.
Και τα χωριά και η μνήμη να ερημώνουν…