Η βάβω στην Παναγία τη Λιμνιά (Εύβοια)

Το παραμυθοδιήγημα της εβδομάδας στον «Λακωνικό Τύπο»

Παρασκευή, 26 Αύγουστος 2022 12:43 | | E-MAIL ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Η βάβω στην Παναγία τη Λιμνιά (Εύβοια)

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας γέρος και μια γριά. Ζούσανε σε ένα χωριό της Εύβοιας μαζί με την εγγονή τους την Ειρήνη. Για να τα φέρνουν βόλτα βοηθούσαν ο ένας τον άλλο.

Μια μέρα η γριά είπε στην εγγόνα της: «Γέρασα πια… Σήμερα, αύριο, μπορεί φύγω από τη ζωή. Έχω μια τελευταία επιθυμία» «Τι επιθυμία έχεις, βάβω μου;» «Θέλω να πάω, κόρη μου, στην Παναγία τη Λιμνιά στη βόρεια Εύβοια. Σε μια εκκλησιά στην πόλη της Λίμνης υπάρχει η θαυματουργή Της εικόνα». «Ποια είναι η ιστορία της εικόνας, βάβω» «Άκουσε, Ειρήνη μου… Γύρω στα 1560, όταν ήταν σουλτάνος ο Σουλεϊμάν ο μεγαλοπρεπής, ένα τούρκικο καράβι έπλεε κοντά στην χερσόνησο της Κασσάνδρας. Πήγαινε προς τη Χαλκίδα. Στο πλήρωμα του καραβιού υπήρχε ένας χριστιανός ναύτης, ο γέρο λοστρόμος ο Δημητρός.

Το καράβι πλησίαζε στη Σκιάθο, όταν ο άνεμος κόπασε. Τότε ο γέρο Δημητρός, έδωσε εντολή να ρίξουν τις βάρκες στη θάλασσα, για να τραβήξουν το καράβι. Εκείνη τη στιγμή βλέπει στο πλάι του καραβιού, πάνω στα κύματα, ένα εικόνισμα. Κατεβαίνει σε μία φελούκα, βγάζει την εικόνα από το νερό και προσκυνάει τη Χάρη της Παναγίας. Ύστερα ανεβάζει το εικόνισμα στο κατάστρωμα και το δίνει στον καπετάνιο, στον Τούρκο Μεχμέτ. Τότε φύσηξε δυνατός βοριάς και φούσκωσε τα πανιά. Μπήκαν στον κόλπο της Εύβοιας κι έβαλαν πλώρη για τη Χαλκίδα[1].

Μόλις έφθασαν στην περιοχή της Λίμνης, ο άνεμος έπαψε να φυσά. Το καράβι σταμάτησε. Έριξαν πάλι τις βάρκες στη θάλασσα. Άρχισαν να το τραβούν. Ύστερα από ώρες έφθασαν στη θαλάσσια περιοχή κοντά στο βουνό Καντήλι. Εκεί ξέσπασε καταιγίδα. Τα κύματα έσπρωξαν το καράβι πίσω στη Λίμνη. Η τρικυμία σταμάτησε και η θάλασσα γαλήνευσε. Το πλήρωμα προσπάθησε να οδηγήσει ξανά το καράβι νότια. Ξεσπάει καταιγίδα πιο δυνατή. Τους σπρώχνει προς τη Λίμνη.

Τότε ο καπετάνιος και οι ναύτες ένιωσαν ότι κάτι τους εμποδίζει. Ο γέρο λοστρόμος λέει στον Μεχμέτ: ‘‘Δε γλιτώνουμε, καπετάνιε, αν δεν βγάλουμε στη στεριά την εικόνα της Παναγίας’’. Ο καπετάνιος είπε: «Θα ειδοποιήσω στο χωριό Καστριά να έρθουν να πάρουν την εικόνα[2]». Έτσι κι έκανε. Σε λίγο, νάσου κι έρχονται οι πιστοί,  με τους παπάδες, με σταυρούς και λαμπάδες. Στην παραλία τους περίμενε ο γέρο Δημητρός. Τους έδωσε την εικόνα. Τότε φύσηξε αεράκι κι έσπρωξε το καράβι με τους ναύτες, προς τον προορισμό τους».

«Τι έκαμαν οι ντόπιοι την εικόνα της Παναγιάς, βάβω μου; Η γριά είπε: «Οι χωρικοί έβαλαν την εικόνα στην εκκλησιά της Αγίας Άννας. Την άλλη μέρα η εικόνα έλειπε. Την βρήκαν στην πόλη της Λίμνης. Την πήγαν στην εκκλησιά της Αγίας Άννας, αλλά Εκείνη γύρισε στον ίδιο τόπο κάμποσες φορές. Οι ντόπιοι κατάλαβαν πως το θέλημα της Παναγίας ήταν να μείνει εκεί. Έχτισαν εκκλησάκι, όπου έβαλαν την εικόνα. Ύστερα άφησαν τα Καστριά και  μετακόμισαν κι αυτοί στη Λίμνη».

Η Ειρήνη είπε: «Θα σε πάω εγώ στην Παναγία τη Λιμνιά, βάβω!» «Να είσαι καλά, κορίτσι μου. Να έχεις την ευχή μου». Ο παππούς τους λέει: «Θα πάμε όλοι μαζί με το κάρο. Γέρασα, αλλά βαστάνε ακόμη τα κότσια μου».

Έτσι κι έγινε. Ανέβηκαν στο κάρο παππούς, γιαγιά κι εγγονή. Δρόμο  πήραν, δρόμο άφησαν για τη Λίμνη. Η Ειρήνη ρώτησε: «Παππού, πως και μας συνοδεύεις; Εσύ δεν βγαίνεις από το σπίτι». Εκείνος αποκρίθηκε: «Πριν δύο μήνες ένας ναυτικός μου διηγήθηκε ένα θαύμα της Παναγιάς της Λιμνιάς. Θέλω να ιδώ την εικόνα Της».

«Θα μας πεις για το θαύμα παππού; «Ναι, παιδί μου. Ο ναυτικός λέγεται Βαγγέλης Πανταζής. Είχε μεγάλη αγάπη στην Παναγία τη Λιμνιά και προσευχόταν σε Αυτήν  για να τους προστατεύει στα ταξίδια.

Το Δεκέμβρη του 1960 ο Βαγγέλης ταξίδευε στα στενά του Βοσπόρου με  καράβι ελληνικής εταιρείας[3]. Κοιμόταν στην καμπίνα, όταν άκουσε μια φωνή να τον προστάζει: ‘‘Να πέσετε στη θάλασσα!’’ Τότε ένιωσε το καράβι να τραντάζεται. Κοίταξε από το φινιστρίνι και είδε ότι το καράβι είχε πάρει φωτιά. Είχε συγκρουστεί με ξένο πετρελαιοφόρο και κόπηκε στη μέση. Ο Βαγγέλης έπεσε στη θάλασσα. Μαζί του έπεσαν και άλλοι.

Ενώ κολυμπούσαν πολλά δελφίνια τους κύκλωσαν. Τους προφύλαξαν από τους λευκούς καρχαρίες που υπάρχουν σε εκείνα τα νερά. Δυόμισι ώρες πάλεψε ο Βαγγέλης με τα κύματα κι έφτασε στις ακτές της Τουρκίας. Από τα σαράντα άτομα του πληρώματος σώθηκαν έντεκα. Ένιωσαν ότι τη σωτηρία του όφειλαν στη Παναγία τη Λιμνιά. Για αυτό, όταν γύρισαν στον τόπο τους, πήγαν στην Παναγιά να την ευχαριστήσουν».

Η Ειρήνη ενθουσιάστηκε με τη διήγηση του παππού της. Σαν έφτασαν στην πόλη, πήγαν στην εκκλησιά της Παναγίας της Λιμνιάς.  

Η Ειρήνη πήρε κεριά και μια λαμπάδα, που είχε τάξει η βάβω της στην Παναγιά. Τα άναψε. Προσκύνησαν την εικόνα. Τα μάτια της βάβως έτρεχαν δάκρυα. Η Ειρήνη συγκινήθηκε, το ίδιο κι ο παππούς. Πήραν λαδάκι από το καντήλι της Παναγιάς για ευλογία.

Ύστερα παππούς, γιαγιά και εγγονή πήραν το δρόμο του γυρισμού για το χωριό τους. Η Ειρήνη και ο παππούς πρόσεξαν πως η βάβω είχε γαληνέψει. Η επιθυμία της είχε πραγματοποιηθεί. Και ζήσανε αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.

Δήμητρα Μπουμποπούλου

[1] Πηγή: διαδίκτυο: users.sch.gr
[2] Πηγή: διαδίκτυο: users.sch.gr
[3] Πηγή: διαδίκτυο: users.sch.gr - Πρόκειται για το πλοίο «Παγκόσμιος Αρμονία» της εταιρείας Νιάρχου. Το ατύχημα συνέβη στις 14 Δεκεμβρίου του 1960.

ΔΕΙΤΕ ΤΑ ΟΛΑ ΣΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΒΙΒΛΙΟ
του Ανδρέα Πετρουλάκη
Το κλίκ της ημέρας
του Ανδρέα Πετρουλάκη

Πρόσφατα Νέα

LINARDI
Koutsoviti