Τα σύγχρονα προοδευτικά και αριστερά κόμματα πρέπει να τα απασχολούν δύο βασικά και κεφαλαιώδη ζητήματα: το περιεχόμενο μιας σύγχρονης πρότασης προοδευτικής διακυβέρνησης και το μοντέλο του κόμματος που θα την υποστηρίξει μέσα στην κοινωνία.
Η ιλιγγιώδης εξέλιξη της τεχνολογίας µε τη συνεχόμενη ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης και οι επαναστατικές αλλαγές, επιφέρουν σε μια σειρά από τομείς της επαγγελματικής και κοινωνικής ζωής μεγάλες αλλαγές. Αυτές τις αλλαγές οφείλουμε γρήγορα να κατανοήσουμε αν θέλουμε να είμαστε σε θέση, παρεμβαίνοντας, να τις συνδιαμορφώσουμε, σύμφωνα µε τις αρχές και τις αξίες της Αριστεράς.
Η σύγχρονη Αριστερά καλείται να ανοίξει νέους δρόμους να δημιουργήσει ένα νέο τοπίο προς την πρόοδο µε ρηξικέλευθες προτάσεις που θα στοχεύουν στην ισότιμη πρόσβαση στην παιδεία, την εργασία, την υγεία, την επιστήμη, στο επιχειρείν και στον δημόσιο βίο. Αξιοποιώντας την διαλεκτική σκέψη, να επινοήσει νέους κανόνες δημοκρατικού ελέγχου και να θωρακίσει το κράτος δίκαιου απέναντι στις ιδιωτικές εξουσίες που ασκούν ασφυκτική πίεση στους δημοκρατικούς θεσμούς και στις κυβερνήσεις.
Σε αυτήν τη νέα εποχή, τη νέα πραγματικότητα τα κόμματα δεν μπορούν να συνεχίσουν να λειτουργούν ως κλειστοί γραφειοκρατικοί οργανισμοί, αλλά θα πρέπει να μετασχηματιστούν σε ανοιχτές πολιτικές κοινότητες μέσα στις οποίες τα µέλη τους θα συμμετέχουν ισότιμα παράγοντας πολιτική από τα κάτω, μέσα από τους χώρους δράσης τους.
Η μεγάλη αύξηση της αποχής στις εκλογές, η κρίση αντιπροσώπευσης αποτυπώνει ξεκάθαρα τις τάσεις στην κοινωνία, αποτελεί πλέον μια πραγματικότητα που θέτει όλες τις προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις ενώπιον των ευθυνών τους.
Η συστηματική απαξίωση της βάσης των ψηφοφόρων που παρατηρείται τον τελευταίο καιρό πρέπει να αναστραφεί άμεσα. Όταν οι πολίτες αισθάνονται ότι η ψήφος τους δεν έχει δύναμη, όταν η φωνή τους φιμώνεται µε απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς, η απομάκρυνσή τους από την πολιτική και τα κόμματα θα αυξάνεται όλο και περισσότερο.
Το παραδοσιακό πυραμιδικό κόμμα είναι πλέον προφανές ότι δεν μπορεί να ανταποκριθεί στα δεδομένα και στις απαιτήσεις της σύγχρονης εποχής. Αδυνατεί να συνομιλήσει όχι µόνο µε την κοινωνία αλλά και µε τη συντριπτική πλειονότητα των µελών του. Το µόνο μοντέλο κόμματος που μπορεί να διατελέσει ουσιαστικό ρόλο στις μέρες µας είναι το δημοκρατικό συμμετοχικό κόμμα που βρίσκεται σε διαρκή διαβούλευση και επαφή µε τους πολίτες ώστε να συνδέεται άμεσα µε τα κοινωνικά αιτήματα µέσω της αλληλεπίδρασης µε τις τοπικές κοινωνίες και τα κοινωνικά κινήματα.
Τα προοδευτικά κόμματα καλούνται λοιπόν, εκ των πραγμάτων, να αποφασίσουν αν θα είναι κόμματα µελών ή κόμματα στελεχών.
Αυτή την απόφαση καλείται να λάβει σαφώς και ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ μέσα από το συνέδριό του, το οποίο ως το ανώτατο όργανο του κόμματος θα πρέπει να μπορεί να αποφανθεί ελεύθερα τόσο για τις εισηγήσεις της Κεντρικής Επιτροπής όσο και για την ανακήρυξη όλων των υποψήφιων προέδρων του κόμματος, που έχουν καταθέσει την υποψηφιότητα τους ή που θα την καταθέσουν στο συνέδριο. Κάθε άλλη επιλογή θα αποτελεί πρωτοφανές πισωγύρισα και απαράδεκτο πλήγμα κατά της δημοκρατίας και της βούλησης των μελών.
* Ο Παναγιώτης Κουμουνδούρος είναι εκπαιδευτικός, συντονιστής Νομαρχιακής Επιτροπής Λακωνίας ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία