Μπαίνοντας το 2025, ένα θρυλικό κατάστημα εμπορίου της Σπάρτης, αυτό του Ευστρατίου Νικ. Περγαντή, πέρασε στην ιστορία, λόγω συνταξιοδότησης.
Ήτανε στα 1952, τότε που ο Νίκος Περγαντής του Ευστρατίου αποφάσισε να αφήσει το αγαπημένο χωριό του, την Αναβρυτή και να «μεταναστεύσει» στη Σπάρτη, με τη γυναίκα του τη Γεωργία και τα δυο παιδιά τους, τον Στράτη και τον Σταύρο.
Ο κυρ-Νίκος ο Περγαντής άνοιξε ένα μαγαζί στη γωνία Αγησιλάου και Βρασίδου, με κάρβουνα, πετρέλαιο και ζωοτροφές, είδη που λόγω του τρόπου ζωής και των κοινωνικών συνθηκών, είχαν ζήτηση.
Ο κυρ-Νίκος ο Περγαντής δεν ήταν από τους ανθρώπους εκείνους που όταν ανοίγουν ένα μαγαζί γίνονται αφεντικά, κουστουμαρίζονται και πίνουν τον καφέ τους, περιμένοντας από άλλους να βγάλουν πέρα τη δουλειά. Όλη η δουλειά περνούσε από τα χέρια αλλά και από την … πλάτη του, πάντα με το χαμόγελο και το καθάριο βλέμμα του ανθρώπου που δεν βλέπει τη δουλειά σαν στανικό βάσανο. Όλη η οικογένεια «έβαλε πλάτη» και το μαγαζί πήγαινε καλά και έκανε όνομα.
Σ’ αυτόν τον αγώνα πήρε μέρος από μικρό παιδί και ο Στράτης Νικ. Περγαντής, μαζί με τον μικρότερο αδερφό του τον Σταύρο. Μπορεί τα ρούχα της δουλειάς να ήταν μπαλωμένα και λερωμένα από τα πετρέλαια, τα σακιά και τα κάρβουνα, όμως η ψυχή και η καρδιά τους έλαμπε από πάστρα κι αυτό έβγαινε στα μάτια και στο χαμόγελό τους.
Με τις οικονομίες τους κατάφεραν να αγοράσουν, στα 1956, ένα οικόπεδο στην οδό Όθωνος- Αμαλίας και οι πετράδες οικοδόμοι, οι Κιρκίρηδες, έχτισαν εκεί ένα ισόγειο μαγαζί μπροστά και δυο δωμάτια πίσω. Και στο νέο τους κατάστημα «οι Περγαντήδες» εμπορεύονταν τα ίδια προϊόντα: πετρέλαιο, κάρβουνα, ξύδι, αραποσίτι κλπ.
Επειδή στη γειτονιά εκεί του Ν. Κόσμου ήταν το σπίτι μου το πατρικό, αρκετά συχνά πηγαίναμε «στου Περγαντή», για να πάρουμε κάρβουνα για το σίδερο της μάνας μας, αραποσίτι (κομμένο ή άκοπο) για τις κότες και πετρέλαιο καθαρό για τις λάμπες του σπιτιού και ακάθαρτο για την «γκαζέρα». Μόλις μπαίναμε «στου Περγαντή» μας καλωσόριζε, πάντοτε, με το πλατύ της χαμόγελο και την εγκάρδια φωνή της η «Περγαντίνα» (όπως της λέγαμε), η κυρα-Γιωργία, κι ενώ ετοίμαζε τις παραγγελίες εμείς χαζεύαμε τις ωραίες ζωγραφιές που είχαν κολλήσει στον τοίχο, πάνω από το μικρό ταμείο του μαγαζιού, τα παιδιά, ο Στράτης και ο Σταύρος, που μέσα στις σχολικές υποχρεώσεις τους και τη σκληρή καθημερινή δουλειά του μαγαζιού, έβρισκαν χρόνο, με το ταλέντο τους στη ζωγραφική, να βγάζουν από μέσα τους την ομορφιά και να την απλώνουν στο χαρτί. Αφού «χορταίναμε» τις ζωγραφιές παίρναμε, τα ψώνια και φεύγαμε, ακολουθούμενοι από την καλή κουβέντα και τα χαιρετίσματα της κυρα-Γιωργίας: «Να πείτε χαιρετίσματα στη μάνα σας, την κυρα-Παναγιώτα»!
Ο Στράτης Ν. Περγαντής, ο μεγάλος γιος της οικογένειας, γεννημένος στα 1946, δούλεψε αφοσιωμένα στο μαγαζί του πατέρα του μαζί με τον αδελφό του τον Σταύρο και όταν σταμάτησε το σχολείο, τελειώνοντας τη Β΄ Γυμνασίου, ρίχτηκε στον αγώνα της ζωής, αυτόν που γνώριζε καλά από παιδί. Μετά το στρατιωτικό του συνέχισε να δουλεύει με τον πατέρα του μέχρι το 1972, ώσπου ένιωσε την ανάγκη να πετάξει με τα δικά του τα φτερά: Αγόρασε, στα 1969, ένα οικόπεδο στην οδό Αγησιλάου 96 στη Σπάρτη και στα 1972 παντρεύτηκε με την Κατερίνα Αναστασίου Μακρή από τις Αμύκλες («Πέτρα δίπλα μου και στήριγμά μου σε όλα», λέει ο Στράτης). Την ίδια χρονιά «σήκωσαν» μια πολυκατοικία, με κατάστημα στο ισόγειο (εμπόριο λαδιού και ελαιών, χονδρική και λιανική).
Με την εργατικότητα που τον διέκρινε, την εντιμότητα, τη φερεγγυότητα και το επιχειρηματικό του πνεύμα, ο Στράτης Ν. Περγαντής, με στήριγμα τη γυναίκα του, την Κατερίνα, κατάφερε να γίνει ένα σημαντικό και σεβαστό όνομα στο χώρο του εμπορίου λαδιού και ελαιών, που ξεπέρασε τα σύνορα της Σπάρτης, της Λακωνίας αλλά και της Ελλάδας.
Έχοντας την οικογένεια ως θεμέλιο ζωής και δημιουργίας ο Στράτης Ν. Περγαντής με τη γυναίκα του, την κ. Κατερίνα, ευτύχησαν ν’ αποκτήσουν τέσσερα παιδιά, για τα οποία έβαλαν ως στόχο ζωής να τα μεγαλώσουν με βάση τις πατροπαράδοτες Αρχές και Αξίες, να τα σπουδάσουν και … να τα κρατήσουν κοντά τους: «Είναι η μεγαλύτερη ευτυχία για μας, να ’χουμε κοντά τα παιδιά μας».
Πέτυχαν ΚΑΙ στους τρεις στόχους τους: Και τα τέσσερα παιδιά τους σπούδασαν και κοσμούν τη Σπάρτη με το ήθος τους και την επαγγελματική και κοινωνική προσφορά τους.
Μετά το 2009, ο Στράτης Περγαντής του Νικολάου, που πάντα στη ζωή του ήταν Προμηθέας κι έβλεπε μπροστά, άλλαξε τον προσανατολισμό του καταστήματός του και στράφηκε, κυρίως, σε είδη συσκευασίας αλλά και σπορέλαια, λάδια, κάρβουνα κ.α.π.. Ο Στράτης, από χαρακτήρα αλλά και επειδή έτσι έμαθε από τους γονείς του, είχε, εκτός άλλων, ως κύριο μέλημα για το κατάστημά του την καθαριότητα, τη νοικοκυροσύνη και την τακτοποίηση των πάντων. Όποιος έμπαινε στο μαγαζί του Στράτη Ν. Περγαντή αμέσως εντυπωσιαζόταν από την απόλυτη τάξη και αρμονία που βασίλευε παντού πράγμα που μαρτυρούσε ότι εδώ ήταν ένας επαγγελματίας που αγαπούσε και πονούσε το κατάστημά του, τη δουλειά και τους πελάτες του και που το βράδυ, όταν έκλεινε, δεν πήγαινε για ξεκούραση και διασκέδαση, αλλά έμενε στο μαγαζί του συγυρίζοντας, τακτοποιώντας, νοικοκυρεύοντας και προγραμματίζοντας την επόμενη μέρα.
Μέσα σ’ αυτό το μαγαζί - υπόδειγμα της Σπάρτης, ο Στράτης Ν. Περγαντής, οργανωτικός, με γνώση και με το στοιχείο του επαγγελματισμού στο υψηλότερο επίπεδο, πάντα με το χαμόγελο στα χείλη, καταδεχτικός και καλομίλητος, υπομονετικός, ευγενικός και μετριόφρων, υποδεχόταν καθημερινά τους πελάτες του, πληροφορώντας τους για τα πάντα, έτοιμος να τους εξυπηρετήσει με τον καλύτερο γι’ αυτούς τρόπο. Το σύνθημα που καθοδήγησε όλη του την επαγγελματική διαδρομή ήταν, σύμφωνα με τα δικά του λόγια: «Τιμιότητα-Συνέπεια-Δουλειά» και θεμέλιό της ζωής του: «Υγεία και Αγάπη»!
Κάθε πρωί που ξυπνούσε ο Στράτης, έκανε τον Σταυρό του, κατέβαινε στο μαγαζί, «καλημέριζε» τους προγόνους που τους είχε «εικόνισμα» πάνω στον τοίχο και η πρώτη του έγνοια ήταν να φορέσει την ρόμπα εργασίας που τον καρτερούσε κρεμασμένη στο καρφί. Αυτή η ρόμπα ερχότανε απ’ την εποχή του πατέρα του και συμβόλιζε, τη ρίζα και τη συνέχεια της οικογένειας και της δουλειάς. Τούτη η απλή ρόμπα εργασίας γινόταν για τον Στράτη μια πανοπλία, που τον θωράκιζε και τον έκανε να αισθάνεται δυνατός και ασφαλής απέναντι σε κάθε αντιξοότητα και σε κάθε απειλή που θα εύρισκε μπροστά του.
Στα 1993 «πέταξε» για τους ουρανούς η μητέρα του Στράτη, η κυρα-Γιωργία, μια άξια γυναίκα, μια καλή σύζυγος, μάνα και γιαγιά, θεμέλιο, στήριγμα και αποκούμπι της οικογένειας και έξι χρόνια αργότερα, στα 1999, πήγε να την συναντήσει ο κυρ-Νίκος ο Περγαντής, με την ψυχή του γεμάτη από ικανοποίηση, ότι αγωνίστηκε τον αγώνα τον καλό και έφτασε στο τέλος του δρόμου με συνείδηση ήσυχη, πως δεν ξαστόχησε στους καλούς και άγιους σκοπούς που έταξε στη ζωή του και πως άφηνε πίσω του, στα παιδιά και στα εγγόνια του, όνομα καλό στην κοινωνία και δρόμους ανοιχτούς και φωτεινούς.
Ο Στράτης Ν. Περγαντής αποφάσισε, στις αρχές του 2025, να αποσυρθεί. Ένας δραστήριος και σοβαρός επαγγελματίας, άριστος και μειλίχιος οικογενειάρχης, σωστός και προσιτός άνθρωπος και πολίτης, ιδιαίτερα αγαπητός στην τοπική κοινωνία και στον εμπορικό κόσμο, που συνέχισε, με γνώση, ευθύνη, αφοσίωση και μεράκι, την οικογενειακή παράδοση, έκρινε ότι ήρθε η ώρα ν’ ανοίξει ένα νέο κύκλο στη ζωή του. Μια απόφαση πολύ δύσκολη αλλά ανθρώπινη και με αισθήματα ανάμεικτα.
Ο Στράτης Ν. Περγαντής σ’ αυτή τη νέα περίοδο της ζωής του δεν αφήνει πίσω του μόνο μνήμες μιας μακράς και επιτυχημένης επαγγελματικής πορείας, αλλά και υπόδειγμα ανθρώπου και επαγγελματία, τόσο χρήσιμο σε εποχές που τα θετικά παραδείγματα ζωής όσο πάνε και σπανίζουν.
Η κοινωνία και ο επαγγελματικός κόσμος της Σπάρτης, σίγουρα, ευχαριστούν τον Στράτη Ν. Περγαντή και τη σύζυγό του Κατερίνα και τους τιμούν για την σημαντική, πολύχρονη και έντιμη παρουσία και προσφορά τους στην πόλη μας.
φωτο1: Νίκος και Γεωργία Περγαντή
φωτο2: Ο κυρ-Νίκος εν ώρα εργασίας
φωτο3:Οι αδελφοί Περγαντή στη δουλειά: Στα κάρβουνα ο Στράτης, στα πετρέλαια ο Σταύρο
φωτο4: Ο κυρ-Νίκος Περγαντής, με πελάτη και με τον γιο του τον Σταύρο, στο κατάστημα της Όθωνος-Αμαλίας. Στον τοίχο αριστερά οι ζωγραφιές των παιδιών.
φωτο7: Στράτης και Κατερίνα Περγαντή




