Το πρώτο χελιδόνι

Δευτέρα, 22 Μάρτιος 2021 16:20 | | E-MAIL ΕΚΤΥΠΩΣΗ

«Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ» που η παροιμία έλεγε, «ἓνας κοῦκος δέ φέρνει τήν ἄνοιξη», ένα χελιδόνι την έφερνε στα φτερά του, με τη λαλιά του την τραγουδούσε κ’ εμείς τα παιδιά με τα μάτια στο άπειρο, έτσι όπως κάναμε όταν πετούσαμε τον αητό μας και σαν τους καλούς χριστιανούς στην προσευχή τους. Από τη χαρά να πετάμε στα σύννεφα, με το «Μάρτη» στο χέρι μη μας κάψει ο ήλιος τις ελπίδες μας και για να ’χουμε «στον ήλιο μοίρα», καλωσορίζαμε «το πρώτο χελιδόνι» και τρέχαμε στη γειτονιά να πούμε τα συχαρίκια για τον ερχομό της άνοιξης στο σπίτι μας, κι ώσπου να ’ρθει μεσημέρι σε όλα τα σπίτια οι πρώτοι επισκέπτες τιτίβιζαν τον ερχομό της Περσεφόνης.

Μονοκοντυλιά το πέταγμά τους στον αέρα, τρελά και χαρούμενα συναισθήματα που βρήκαν τις φωλίτσες τους στη θέση τους, έτσι όπως τις άφησαν κάτω από το πάτωμα στο χαγιάτι, κολλημένες στις γωνίες σε ψαλίδια και καδρόνια, χτισμένες με μικρούς από λάσπη βόλους, από αρχιτέκτονες σχεδιαστές και χτίστες- μαστόρους μοναδικούς στο είδος, με «άριστα» στο πτυχίο από το μεγαλύτερο πανεπιστήμιο «Φύση».

Έτσι, τις πρώτες μέρες με την παιδική αφέλεια, τα χαζεύαμε όπως τους ακροβάτες που ζυγίζονται στο σύρμα να μην πέσουν, καθώς το ένα πήγαινε και καθόταν πάνω στο άλλο και δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε αν φοβάται να καθίσει στο σύρμα αυτό, ή κρατάει το άλλο που κάθεται μην πέσει.

Και όσο περνούσαν οι ημέρες, τότε πονηρευτήκαμε και καταλάβαμε ότι ήταν ένα ερωτικό παιχνίδι για ζευγάρωμα, καθώς είδαμε τη χελιδόνα να κλωσάει τα αυγά της, με μικρά διαλείμματα να παίρνει τον αέρα της και να επιστρέφει στη φωλιά της. 

Και δεν άργησε ο καιρός που φάνηκαν κάποιες τριχούλες στη φωλιά, κάποιες μυτούλες και οι γονείς να πηγαινοέρχονται και να ταΐζουν τους μωρά τους με «του πουλιού το γάλα» που δεν ήταν τίποτε άλλο, παρά έντομα μικρά που τα κυνηγούσαν οι γονείς τους στον αέρα με το στόμα ανοιχτό, κάτι που το μάθαμε στο σχολείο από το δάσκαλο.
Αμ το άλλο; πού ήξεραν ποιο έχει σειρά για να ταΐσουν, που το ένα έσπρωχνε το άλλο και έπαιρνε τη θέση του στη φωλιά;
Παμπόνηρα κι αυτά σαν εμάς τα παιδιά που αν και «πιάναμε πουλιά στον αέρα» δεν ξεγελούσαμε τους γονείς μας, εκτός κι αν έκαναν «στραβά μάτια», κάτι που δεν έκαναν οι δικοί τους.  

Περνούσαν οι ημέρες κι αυτά άρχισαν να βγάζουν πούπουλα και να παίρνουν από κάτω το άσπρο χρώμα, από πάνω το μαύρο και η ουρίτσα τους να γίνεται σαν ψαλίδι. Μετά από αυτό, ποιος δε θυμάται το αίνιγμα που λέγαμε, «από πάνου σαν μουτζούρα, από κάτου σαν μπαμπάκι κι από πίσω σαν ψαλίδι, τι είναι;»
Με τους γονείς τους, στοργικούς, περιποιητικούς και καθαρούς, όταν γύριζαν αυτά τον πισινό τους, έπαιρναν την κουτσουλιά τους με το ράμφος τους και την πετούσαν μακριά. 

Καθώς περνούσε ο καιρός, αυτά άρχιζαν να τεντώνουν τις φτερούγες τους, να γυμνάζονται και να προετοιμάζονται να πετάξουν. Οπότε, την κατάλληλη στιγμή, έμπαινε ο ένας από τους γονείς στη φωλιά, τα έσπρωχνε και ο άλλος τα περίμενε στο σύρμα.

Αυτό ήταν. Σαν καλοί μαθητές παρακολουθούσαν από τους γονείς-δασκάλους, με προσοχή το μάθημα μουσικής και σιγά-σιγά εκεί συνέχιζαν να τα ταΐζουν και με «μαθήματα φωνητικής» να τους μαθαίνουν τις νότες του πενταγράμμου στα πέντε σύρματα του ηλεκτρικού ρεύματος και αυτά να κουρντίζουν τις φωνητικές τους χορδές, ώσπου «να πάρουν τον αέρα» να τιτιβίσουν και να βρεθούν μετά από λίγο ψηλά, με το στόμα ανοιχτό σχίζοντας τον αέρα και πιάνοντας μόνα τους τροφή. 

Και το φθινόπωρο, σε μια μεγάλη σύναξη σε ευθείες γραμμές πάνω στα σύρματα πριν από το μεγάλο ταξίδι, γονείς και παιδιά, περίμεναν ούριο άνεμο για να κουνήσουν το φτερό τους, μαντήλι αποχωρισμού, για να ανοίξουν τα φτερά τους πανιά στο γαλάζιο του ουρανού πάνω από τη βαθυγάλαζη θάλασσα. 

Πέρασαν τα χρόνια, άλλαξαν οι καιροί, δεν κρατήσαμε μαγιά από το χτες για να ζυμώσουμε το αύριο, σβήσαμε το φούρνο στην καρδιά μας, σκορπίσαμε της θύμησης τις στάχτες και τη ζωή μας κάναμε λειψή με σκόνες και αράχνες.

Στοιβάξαμε το άγχος στο γιούκο της ψυχής, κλειστήκαμε στου εαυτού μας το καβούκι, γκρεμίσαμε χαγιάτι και φωλιά, κανείς μας πια δεν περιμένει «το πρώτο χελιδόνι».

Κι αν έρχεται, τίποτα πια δε συμβολίζει, ώσπου «αποδημήσει» κι αυτό όπως και τόσα άλλα από τη ζωή, μόνο η άψυχη εικόνα του θα μένει στο άψυχο χαρτί και «μια φορά κ’ έναν καιρό..» το παραμύθι.

 

ΔΕΙΤΕ ΤΑ ΟΛΑ ΣΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΑΡΘΡΑ
του Ηλία Μακρή
Το κλίκ της ημέρας
του Ηλία Μακρή

Πρόσφατα Νέα