Οι πολιτικοί που κυβέρνησαν την Ελλάδα την τελευταία εικοσαετία, αν θέλουν να προσφέρουν κάτι σ’ αυτό τον τόπο, έχουν τον τρόπο: Να πιαστούν όλοι από το χέρι και να χορέψουν το χορό του Ζαλόγγου στο Σούνιο. Όλοι όμως, χωρίς εξαίρεση. Και μη σας νοιάζει για τη θάλασσα. Θάλασσα είναι, θα ξεπλυθεί.
Αυτή η χώρα όμως, που δεν της άξιζαν αυτοί οι χαραμοφάηδες, γιατί να βρωμίζεται τόσα χρόνια; Γιατί να είναι υποχρεωμένη να τους υποστεί ξανά; Για να κάνουν τα ίδια και χειρότερα; Για να ψάξουν να βρουν, αν έχει μείνει κανένα κομματάκι της απούλητο, να το ξεπουλήσουν κι αυτό και να βάλουν τα τριάκοντα αργύρια της προδοσίας στην τσέπη τους, ως συνήθως;
Το σχέδιο που έχουν εφαρμόσει τα τελευταία χρόνια έχει πετύχει πλήρως. Υποβάθμιση της παιδείας. Ο κόσμος να κοιτάει να βρει μια μπουκιά ψωμί, μια δουλειά για να τα βγάζει όπως όπως πέρα και να μην τον ενδιαφέρει τίποτα άλλο. Να χασκογελάει κοιτάζοντας τους διαφεντευτές της σκέψης του, τους αργυρώνητους δημοσιογράφους, που ξέρουν καλά να τους αποκοιμίζουν.
Απαγορεύεται να σκεπτόμαστε. Γινόμαστε επικίνδυνοι. Μας βαφτίζουν ψεκασμένους ή και τρομοκράτες. Αχ Ελλάδα, εσύ που γέννησες την ελεύθερη κι ανυπόταχτη σκέψη, πού κατάντησες….
«Όποιος συλλογάται ελεύθερα, συλλογάται καλά», είπε ο εθνομάρτυρας Ρήγας. Αρκεί να «συλλογάται», συμπληρώνω, γιατί ο συλλογισμός σήμερα κατάντησε πολυτέλεια, για να μην πω άγνωστη λέξη.
Μετά τις απαγορεύσεις, τις κοινωνικές διακρίσεις, τους χλευασμούς, τον πανέξυπνα διαχυθέντα φόβο, την πεισματωμένη έπαρση, το διοικητικό πρόστιμο και τόσα άλλα, μετά τις φωτιές στην Εύβοια, φτάσαμε στη θυσία των Τεμπών.
Μέχρι τώρα ο ταγός μας, τρομάρα του, κοίταγε να τα κουκουλώσει, αποδίδοντας τις ευθύνες στους άλλους, κάνοντας τον ανήξερο. Για τόσο χαχόλους μας είχε περάσει. Τώρα όμως ξεσκεπάστηκαν όλα. Τι να την κάνουν την αργοπορημένη και θεατρινίστικη συγγνώμη του οι γονείς των παιδιών που θυσιάστηκαν; Μια παραίτηση θα κρατούσε εν ολίγοις τα προσχήματα, αλλά πού βρέθηκε τσίπα σε Έλληνα πολιτικό…
Κακά τα ψέματα, για την τραγωδία αυτή φταίμε όλοι μας ανεξαίρετα. Φταίμε γιατί γνωρίζαμε. Γνωρίζουμε και δεν κάνουμε τίποτα για ν’ αλλάξουν τα κακώς κείμενα. Αφήνουμε το απόστημα να σπάσει μόνο του, γεμίζοντας με δηλητήριο την Ελληνική κοινωνία. Το μόνο που μας νοιάζει είναι να κάνουμε τη δουλειά μας και να περνάμε, όπως περνάμε.
Κανένας μας δεν πίστεψε πως τα πράγματα μπορούν και οφείλουν να διορθωθούν και φυσικά δεν κάναμε τίποτα γι’ αυτό. Άραγε θα ξαναψηφίσουμε τα ίδια κουμάσια, για να κάνουν τι; Τι μπορούν να προσφέρουν και γιατί δεν το πρόσφεραν τόσα χρόνια;
Ας καταργήσουν το νόμο που λέει πως για να βγει κάποιος βουλευτής, πρέπει ν’ ανήκει σε κάποιο κόμμα, που θα καταφέρει να πιάσει το 3% των ψηφισάντων. Μα έτσι ποτέ κανένας αξιοπρεπής άνθρωπος δεν πρόκειται ν’ ανέβει στα έδρανα της Βουλής, γιατί κανένας τέτοιος δεν θέλει να μπει στο μαντρί του κάθε κόμματος και να στερηθεί αυτόματα την ελευθερία του λόγου του.
Πρόβατα παντού λοιπόν. Πρόβατα οι βουλευτές, πρόβατα κι ο κόσμος που ψηφίζει. Έτσι θα ξαναδούμε καινούργια Τέμπη, πιο φριχτά να ξημερώνουν στη χώρα μας και την ευθύνη θα τη ρίχνουν πάντα σε κάποιο σταθμάρχη.
Το αίμα τόσων αδικοχαμένων παιδιών βοά και ζητά δικαιοσύνη. Το κλάμα τόσων μανάδων που περιμένουν άδικα τα παιδιά τους να ξαναγυρίσουν, ζητά δικαιοσύνη. Οι πρόγονοί μας, που είναι θαμμένοι για τη σκέψη μας και όχι μόνο, ζητούν δικαιοσύνη. Τούτες οι πέτρες οι ανυπότακτες, ποτισμένες με το αίμα τόσων ηρώων, ζητούν δικαιοσύνη. Θα την βρουν ποτέ;