![Η Χριστίνα στην Παναγία της Μεγαλόχαρης (Τήνος) [1],[2]](/media/k2/items/cache/d57f17ddd307d27cafd242573ba5c809_XL.jpg)
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια γυναίκα, η Χριστίνα. Ζούσε με τον άντρα της, το Γιώργη, σε ένα χωριό της Άνδρου. Ήτανε άνθρωποι φτωχοί κι είχανε ένα αγοράκι, τον Σίμο.
Μια μέρα, καθώς ο Σίμος έπαιζε στην αυλή με άλλα παιδιά, έπεσε και χτύπησε στο κεφάλι. Λιποθύμησε! Τα παιδιά φώναξαν τους γονιούς του, γιατί τρόμαξαν.
Η Χριστίνα κι ο Γιώργης κάλεσαν το γιατρό. Αυτός είπε: «Το παιδί δε μπορεί να σταθεί και δε βγάζει λέξη. Πρέπει να το πάτε στην Αθήνα». Η Χριστίνα είπε: «Το καράβι έφυγε. Μέχρι να έρθει το επόμενο, τι θα κάνουμε; Ίσως πάρουμε κάποιο καΐκι, αν το επιτρέψει ο καιρός». Ο γιατρός της λέει: «Όχι… Είναι μεγάλη η απόσταση κι είμαστε στην καρδιά του χειμώνα. Αν το παιδί παγώσει, θα χειροτερεύσει. Με συγχωρείτε, αλλά βιάζομαι να επισκεφτώ κι άλλους ασθενείς. Σκεφτείτε κι ενημερώστε με, τι θα κάνετε».
Σαν έφυγε ο γιατρός, η Χριστίνα συλλογιόταν. Είπε στο Γιώργη: «Θα πάμε το παιδί στην Τήνο, στην Παναγία. Θα το τυλίξω με μάλλινα ρούχα και θα φύγουμε. Θα το αφήσω μπροστά στο εικόνισμα της Παναγιάς. Ας αποφασίσει Εκείνη για τη ζωή του. Τρέξε να ρωτήσεις τον καϊκτσή πότε φεύγει για Τήνο». Ο Γιώργης δίσταζε. Η Χριστίνα του λέει: «Βιάσου! Παίρνω πάνω μου όλη την ευθύνη».
Έτσι κι έκανε ο άντρας της. Πήγε και βρήκε τον καπετάνιο ενός καϊκιού. Κανόνισε να πάνε το παιδί στην Τήνο. Κατέβηκαν στο λιμανάκι του χωριού και ξεκίνησαν. Δε φυσούσε βοριάς και δεν έκανε κρύο. Τους ευνοούσε ο καιρός. Ο καπετάνιος τους έβγαλε σε ένα απάνεμο λιμάνι. Τους είπε: «Πάμε στο σπίτι ενός φίλου μου. Θα βρούμε τρόπο να φτάσουμε στην Χώρα κι αποκεί στην εκκλησιά».
Πήγαν όλοι μαζί και χτύπησαν την πόρτα σε ένα αρχοντικό σπίτι. Τους άνοιξε ένας υπηρέτης. Τους έμπασε μέσα. Ο καπετάνιος εξήγησε στον άρχοντα πως έχουν τα πράματα. Εκείνος είπε: «Ο αμαξάς μου θα σας πάει στη Χώρα. Καθίστε να ξαποστάσετε και βάλτε το παιδί κοντά στο τζάκι».
Έτσι κι έκαναν. Το αγοράκι άνοιγε τα μάτια του, κοιτούσε και τα ξανάκλεινε. Μα δεν έβγαζε άχνα. Η γυναίκα του άρχοντα τους είπε: «Η Παναγία της Τήνου θα γιάνει το παιδί σας. Η εικόνα της θαυματουργή».
Ο Γιώργης ρώτησε: «Πως βρέθηκε η εικόνα;» Η αρχόντισσα είπε: «Ακούστε… Στις αρχές της Ελληνικής Επανάστασης[3], εμφανίστηκε στον ύπνο ενός γέροντα κηπουρού, του Μιχάλη Πολυζώνη, η Παναγία. Τον διέταξε να σκάψει στον αγρό του Αντώνη Δοξαρά, έξω από την πόλη της Τήνου για να βρει την εικόνα Της. Ο γέροντας έκανε το θέλημα της Παναγίας. Έσκαψε, αλλά δεν βρήκε την εικόνα[4].
Ένα χρόνο μετά[5], η μοναχή Πελαγία[6], που ζούσε στη μονή της Παναγίας Κεχροβουνίου στο νησί, ύστερα από τη βραδινή Κυριακή προσευχή της, πήγε στο κελί της. Αποκοιμήθηκε κι ένοιωσε μιαν ευωδία. Τότε άκουσε την πόρτα του κελιού να ανοίγει. Μια μεγαλόπρεπη γυναίκα, πού άστραφτε σαν Βασίλισσα, μπήκε μέσα. Στάθηκε αντίκρυ από το κρεβάτι της Πελαγίας και είπε: ‘‘Σήκω γρήγορα. Πήγαινε να συναντήσεις τον Σταματέλλο Καγκάδη. Πες του πως στο χωράφι του Αντώνη Δοξαρά είναι χωμένη, χρόνια τώρα, ή Εικόνα μου. Να την βγάλει και να κτίσει το σπίτι μου’’. Ή γερόντισσα τρόμαξε και ξύπνησε. Μα από ταπείνωση δίστασε και δεν υπάκουσε στην εντολή.
Την άλλη εβδομάδα, ημέρα Κυριακή, την ώρα που η Πελαγία προσευχόταν, της παρουσιάστηκε πάλι η Παναγία. Της είπε: ‘‘Γνωρίζω τούς τους δισταγμούς σου. Μη φοβάσαι. Εσένα διάλεξα για να κάνεις το θέλημά μου’’.
Η γερόντισσα δίσταζε ακόμη. Για αυτό η Παναγία την επισκέπτεται και τρίτη φορά[7], ημέρα Κυριακή και σε ώρα προσευχής. Την είδε η μοναχή να στέκεται μπροστά της ακίνητη και να εκπέμπει ένα ουράνιο φως, λευκό.
Ύστερα της είπε: ‘‘Πελαγία, γιατί δεν υπάκουσες στην εντολή μου; Γιατί είσαι ολιγόπιστη;’’. Εκείνη βρήκε το θάρρος και ρώτησε: ‘‘Ποιά είσαι, Κυρία, που μου παραγγέλνεις αυτά;’’ Τότε η Κυρία είπε: ‘‘Ευαγγελίζου γη χαράν μεγάλην’’. Η μοναχή ψέλλισε: ‘‘Αινείτε ουρανοί Θεού την δόξαν’’, κι έπεσε στα γόνατα, γιατί κατάλαβε ότι της μιλούσε η Παναγία.
Ή μοναχή Πελαγία έκανε τον σταυρό της. Έπειτα πήγε στην εκκλησιά για τον όρθρο. Διηγήθηκε στην ηγουμένη το όραμά της. Εκείνη είπε: ‘‘Πελαγία, το όραμά σου είναι θεϊκό. Αύριο το πρωί να πας στον επίτροπο της μονής’’.
Την άλλη μέρα η μοναχή Πελαγία πάει στο χωριό Καρυά[8] στον επίτροπο Σταματέλλο. Αυτός τη στέλνει στον δεσπότη Γαβριήλ, που της λέει: ‘‘Γερόντισσα, η Παναγία είδε τα παθήματά μας. Φανερώνει την εικόνα της, για να μας δυναμώσει στον αγώνα για την απελευθέρωση του γένους από τους Τούρκους’’. Τότε ο δεσπότης διατάζει: Κτυπήστε τις καμπάνες της εκκλησιάς των Ταξιαρχών».
Μαζεύονται ο λαός και τους λέει: ‘‘Να βοηθήσετε για να βρεθεί η εικόνα’’. Μια ομάδα ζητά άδεια από τη γυναίκα του Δοξαρά, για να σκάψουν στο κτήμα του. Εκείνη λέει: ‘‘Δεν έχω άδεια από τον άντρα μου. Λείπει στην Κωνσταντινούπολη’’.
Την ίδια νύχτα η γυναίκα αυτή βλέπει στον ύπνο της έναν άγριο φουστανελά να την απειλεί: ‘‘Αν δεν δώσεις την άδεια, θα σε εξοντώσω’’. Τρομάζει, ξυπνά και τρέχει να βγει από το σπίτι. Αντί να ανοίξει την πόρτα του δωματίου, ανοίγει της γκαρνταρόμπας και κλείνεται μέσα. Το πρωί τη βρήκαν εκεί λιπόθυμη.
Μόλις συνήλθε η γυναίκα, πήγε στον Δεσπότη. Είπε: ‘‘Προσφέρω το κτήμα μου για το χτίσιμο εκκλησιάς, αν βρεθεί η εικόνα’’. Αρχίζουν εργάτες από όλο το νησί να σκάβουν στο κτήμα του Δοξαρά[6]. Δε βρίσκουν την εικόνα. Σε δύο μήνες σταματούν το σκάψιμο.
Τότε φανερώνεται η Παναγία με νέο θαύμα για να θυμίσει στους κατοίκους το χρέος τους[10]. Η γυναίκα και η αδελφή του Σταματέλλου αρρωσταίνουν βαριά. Αυτός πάει στον δεσπότη και του λέει: ‘‘Δέσποτα, ξεσήκωσε τους άρχοντες και το λαό. Θα δώσω χρήματα, για να σκάψουμε ξανά’’.
Αρχίζουν πάλι να σκάβουν οι ντόπιοι[11]. Μια μέρα[12] η αξίνα ενός[13] χτυπά πάνω σε ένα ξύλο. Αυτός το παίρνει στα χέρια του. Κοιτάζει κι είχε βρει τη μισή εικόνα με τον Αρχάγγελο. Σε λίγο βρήκανε και την άλλη μισή[14]. Καθάρισαν την εικόνα και φάνηκε η Παναγία στον Ευαγγελισμό[15]».
Η Χριστίνα κι ο Γιώργης σάστισαν με την ιστόρηση της αρχόντισσας. Πίστεψαν ότι το αγοράκι τους θα γιάνει. Στο μεταξύ ο αμαξάς του άρχοντα τους περίμενε. Τότε το ζευγάρι με το παιδί αγκαλιά ανέβηκαν στην άμαξα. Ο αμαξάς πήρε το δρόμο για τη Χώρα. Το παιδί είχε χλωμιάσει. Προσπαθούσε η μάνα του να το ξυπνήσει, αλλά είχε πέσει σε λήθαργο.
Σαν έφτασαν στη Χώρα, ο Γιώργης πήρε το αγόρι αγκαλιά κι ανέβηκε τα σκαλιά της εκκλησιάς της Μεγαλόχαρης. Η Χριστίνα ακολούθησε. Μπήκαν στη εκκλησιά κι άφησαν το παιδί μπροστά στην εικόνα. Γονάτισαν κι άρχισαν να προσεύχονται. Έμειναν έτσι κάμποση ώρα.
Όταν άνοιξαν τα μάτια τους, το αγόρι είχε σηκωθεί. Κοιτούσε την εικόνα της Παναγίας. Ύστερα είπε στη μάνα του: «Είδα μια Όμορφη κυρά στον ύπνο μου. Έλαμπε σαν τον ήλιο και μου είπε: ‘‘Ξύπνα παιδί μου… βρίσκεσαι μέσα στο σπίτι μου’’. Τότε άνοιξα τα μάτια μου και είδα ότι είμαι μέσα στην εκκλησιά. Μα πως βρέθηκα εδώ;». Η Χριστίνα κι ο Γιώργης έκαναν το σταυρό τους κι αγκάλιασαν το παιδί. Ύστερα βγήκαν από την εκκλησιά.
Ο αμαξάς τους οδήγησε πίσω στο χωριό, στο σπίτι του άρχοντα. Εκεί βρήκαν τον καπετάνιο. Όταν είδε αυτός το παιδί, είπε: «Είναι γερό! Χαλάλι ο κόπος μας». Ο άρχοντας με τη γυναίκα του είπαν: «Θα μείνετε στο αρχοντικό μας απόψε. Αν κάνει καιρό, φεύγετε αύριο για την Άνδρο».
Έτσι κι έγινε. Η Χριστίνα κι ο Γιώργης έμειναν εκεί το βράδυ. Ύστερα γύρισαν πίσω στο νησί τους. Κάθε χρόνο, τον Δεκαπενταύγουστο, πήγαιναν στην Τήνο μαζί με το παιδί τους για προσκύνημα. Έτσι είχαν τάξει στην Παναγιά. Και ζήσανε αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.
Δήμητρα Μπουμποπούλου
[1] Η Παναγίας της Τήνου γιορτάζει στις 30 Ιανουαρίου, ημέρα εύρεσης της. Στις 25 Μαρτίου, του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Στις 23 Ιουλίου, ημέρα οράματος της Αγίας Πελαγίας. Στις 15 Αυγούστου, Κοίμησης της Θεοτόκου.
[2] Για το χτίσιμο της εκκλησιάς μεταφέρθηκαν μάρμαρα από τη Δήλο. Κάθε φορά που οι εργασίες πάγωναν εξαιτίας του κόστους, έφθανε «σαν θείο δώρο» μια προσφορά από την Τήνο, την υπόλοιπη Ελλάδα ή τους Έλληνες της διασποράς. Η εκκλησία ολοκληρώθηκε το 1880. Συνδέθηκε με τις θαυματουργές ιδιότητες της εικόνας. Χιλιάδες λαού συνέρρεαν από την Ελλάδα και τη Μικρά Ασία.
[3] Αρχές του 1821.
[4] Πηγή: διαδίκτυο: www.sansimera.gr
[5] Το καλοκαίρι του 1822.
[6] Κατά κόσμον Λουκία Νεγρεπόντη.
[7] Την 29η Ιουλίου 1822.
[8] Πηγή: διαδίκτυο: tinosecret.gr - Η Καρυά είναι από τα αρχαιότερα χωριά της Τήνου. Σε χαράδρα, νότια του χωριού, βρέθηκε αρχαιολογικό εύρημα (τμήμα επιτύμβιας στήλης) που χρονολογείται στον 5ο π.Χ. αιώνα και αποτελεί ένδειξη για την ύπαρξη ζωής στην ευρύτερη περιοχή από τότε. / Η προέλευση του ονόματός της δεν έχει εξακριβωθεί. Εικάζεται ότι προέρχεται από τις Κάρες ή από τις Καρυδιές που υπήρχαν σε αφθονία.
[9] Τον Σεπτέμβριο του 1822.
[10] Πηγή: Βιβλίο της Ελένης Δάκη - Καλαμαρά: Την εποχή εκείνη μαστίζεται το νησί από μια αρρώστια βαριά και θανατηφόρα (πανώλη). Η ανησυχία και η αγωνία για τη ναπροσδόκητη αυτή αρρώστια είναι μεγάλη. Η Παναγία παρουσιάζεται και πάλι στη μοναχή Πελαγία και της θυμίζει ότι πρέπει να συνεχίσουν οι εργασίες για την ανέγερση του ναού. / Το δεύτερο αυτό κάλεσμα βρήκε αμέσως απήχηση στον Τηνιακό λαό, που μαστιζόταν από την αρρώστια.
[11] Πηγή: Βιβλίο της Ελένης Δάκη - Καλαμαρά: Η σκαπάνη δε φέρνει στο φως την Εικόνα. Αλλά αποκαλύπτει τα ερείπια ενός μεγάλου χριστιανικού ναού, που ήταν αφιερωμένος στον Άγιο Ιωάννη και είχε καεί από τους Σαρακηνούς. Πάνω σε αυτά τα ερείπια αποφασίστηκε να γίνει η θεμελίωση του νέου ναού την 1η Ιανουαρίου του 1823. Ήλθαν ο αρχιερέας, οι ιερείς, οι προύχοντες κι ο λαός στο κτήμα του Δοξαρά, για να γίνει ο αγιασμός για τα θεμέλια. Τότε έγινε το πρώτο θαύμα της Παναγιάς. Επειδή είχαν ξεχάσει να φέρουν νερό για τον αγιασμό, έστειλαν κάποιον στη Χώρα για να φέρει· μόλις αυτός έφευγε, ένα παιδί φώναξε ότι το κατάξερο πηγάδι που ήταν δίπλα τους, είχε γεμίσει νερό. Κάποιοι άρρωστοι πλύθηκαν με αυτό κι έγιναν καλά. Κι αυτό ήταν το πρώτο θαύμα της Παναγιάς. Ο ναός τότε αφιερώθηκε στη Ζωοδόχο Πηγή, που σήμερα είναι ο ναός της εύρεσης κάτω από τον μεγάλο ναό, μέσα στον οποίο από τότε αναβλύζει αγίασμα.
[12] Στις 30 Ιανουαρίου 1823, γύρω στο μεσημέρι. [13] Πηγή: Βιβλίο της Ελένης Δάκη - Καλαμαρά: «Η εύρεση της θαυματουργικής εικόνας της Μεγαλόχαρης Τήνου» - Η αξίνα τού Δημήτρη Βλάσση ή κατά άλλους του Μανώλη Μάτσα (ή Σπανού).
[14] Πηγή: διαδίκτυο: mixanitouxronou.gr - Η εύρεση της εικόνας θεωρήθηκε μεγάλο θαύμα. Η είδηση διαδόθηκε σε όλη την Ελλάδα και συνδέθηκε με την Ελληνική επανάσταση του 1821. Σαν το έμαθαν, πήγαν στο νησί, για να την προσκυνήσουν, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο Ανδρέας Μιαούλης, ο Νικηταράς, ο Ιωάννης Μακρυγιάννης. / Πηγή: διαδίκτυο: mikrasiatwn.wordpress.com - Σμυρνιοί προσκυνητές στην Παναγία της Τήνου - «H εύρεση της εικόνας του Ευαγγελισμού στην Τήνο, στις 30 Ιανουαρίου 1823, δεν υπήρξε μία απλή τοπική ιεροφάνεια. Καθιέρωσε ένα θρησκευτικό προσκύνημα πανελλήνιας εμβέλειας, ταυτόχρονα και ένα πανεθνικό κέντρο», επισημαίνει ο εθνολόγος – λαογράφος Δρ Αλέκος E. Φλωράκης. /«Ευαγγελίστηκε» ως θείος οιωνός, στο επαναστατημένο Γένος τη νίκη, για να αποβεί σημείο αναφοράς για όλους τους Έλληνες, ιδιαίτερα για εκείνους που παρέμεναν υπόδουλοι». Όπως αναφέρει: «Για έναν ολόκληρο αιώνα, ως το 1922, οι Έλληνες της Σμύρνης και των άλλων μικρασιατικών περιοχών συγκεντρώνονταν κατά χιλιάδες, κάθε χρόνο στις 25 Μαρτίου, στο πανηγύρι της Τήνου. […] Τα κατάφορτα πλοία, που απέπλεαν από το λιμάνι της Σμύρνης για απευθείας δρομολόγια προς Τήνο, η τελετουργία της ιερής αποδημίας, τα αφιερώματα και η λαϊκή λατρεία συνάπτονταν με την αναπτέρωση της ελπίδας για ελευθερία και τις συγκινητικές εκδηλώσεις». / H σχέση των Ελλήνων της Σμύρνης με την Παναγία της Τήνου παρέμενε συνεχής, με προσευχές, ταξίματα, φυλαχτά, επιστολές και προπαρασκευή για το πολυπόθητο ταξίδι. Χαρακτηριστικό της πίστης των Σμυρναίων το ότι «τρεις φορές προσκύνημα στην Τήνο ισοδυναμεί αγιαστικά με ένα «Χατζηλίκι» στους Αγίους Τόπους», αναδεικνύοντας στη συνείδησή τους τη Μεγαλόχαρη, το δεύτερο τη τάξει προσκύνημα μετά τον Πανάγιο Τάφο. / H σύνδεση των Σμυρνιών με την Παναγία της Τήνου παγιώθηκε από τις απαρχές κιόλας του Προσκυνήματος. Η ανέγερση του ναού ανατέθηκε σε έναν ονομαστό αρχιτέκτονα της Σμύρνης, τον Τηνιακής καταγωγής Ευστράτιο Καλονάρη, και η φιλοτέχνηση των δεσποτικών εικόνων του τέμπλου στον επίσης ονομαστό ζωγράφο Χατζή Λαμπρινό Σμυρναίο. / Μαρτυρίες παλαιών εντύπων πηγών, περιγραφές του Τύπου της εποχής, καταγραμμένα θαύματα, σωζόμενα τάματα, το καθένα μία ανθρώπινη ιστορία σε βάθος χρόνου, αποτελούν όψεις θρησκευτικής συμπεριφοράς. «Λατρευτικές και αφιερωτικές ενέργειες, εθνικοί πόθοι και πατριωτικές εκδηλώσεις συνεκφέρονται τις ημέρες του πανηγυριού, σε ιερό τόπο και χρόνο, φωτίζοντας μιαν ακόμη διάσταση φρονήματος και πολιτισμού των αλησμόνητων εκείνων πατρίδων». / Στην κατηγορία των «καθαυτό αφιερωτικών αντικειμένων» συναντούμε στον ναό της Μεγαλόχαρης, αφιερωμένα από Σμυρνιούς αντικείμενα και ιερά σκεύη, όπως δύο ορειχάλκινα κηροπήγια στα πλάγια κλίτη, δύο αργυρούς δίσκους, βελούδινο ευαγγέλιο, χρυσοκέντητο αέρα. Επίσης, εικόνες, μεταξύ των οποίων μία των Τριών Ιεραρχών με αφιερωτική επιγραφή της συντεχνίας «Οι εν Σμύρνη κρεοπώλαι και συντρομηταί». Τέλος, αργυρά ομοιώματα ανθρώπινων μελών, ζώων, τα γνωστά ως «τάματα», τα περισσότερα δεν σώζονται, γιατί λόγω του πλήθους τα έδιναν για λιώσιμο. / Τάμα Σμυρναίου που παραμένει σήμερα μέσα στον ναό, κρεμασμένο από καντήλι, είναι ένα μικρό ασημένιο καζάνι και ομοίωμα παιδιού κρατημένου από τις αλυσίδες του. Είναι τάμα Σμυρνιού λουκουμτζή για τη διάσωση του παιδιού του, που κινδύνεψε να πέσει στο βραστό λουκούμι. Το αφιέρωμα φέρει την επιγραφή: «Γεώργιος Νικολάου Ξενάκης, Λουκουμτζής, εις Σμύρνην. Παναγιώτης, Αναστασία». Γλυκό το τάμα της ευλαβικής ευχαριστίας στη Μεγαλόχαρη. Μένει μετέωρο το τάμα της πατρίδας Ιωνίας, η μνήμη παραμένει ισχυρή και αμετάβλητη, όπως και η πίστη των Σμυρναίων προσφύγων, πέμπτης γενιάς πλέον. /
Πηγή: http://www.cyclades24.gr - Τα «Φαναράκια» της Τήνου είναι μια θρησκευτική γιορτή που γίνεται κάθε χρόνο στις 30 Ιανουαρίου στην Τήνο, σε ανάμνηση της εύρεσης της εικόνας του Ευαγγελισμού. / Είναι μία γιορτή με τεράστια συμμετοχή, ενθουσιασμό, χρώματα και τραγούδια από όλους τους Τηνίους που ξεχύνονται στους δρόμους της πόλης από μια συγκεκριμένη διαδρομή. Αυτή που έκαναν και οι πρόγονοι τους τη νύκτα της 30ης Ιανουαρίου του 1823, μέχρι το προαύλιο της Μεγαλόχαρης. / Οι συμμετέχοντες κρατούν πολύχρωμα φαναράκια κρεμασμένα από λεπτά κοντάρια, ψάλλουν ύμνους όπως το «Χαίρε Πάναγνε Μαρία, Χαίρε Μήτηρ του Θεού, που αξίωσες την Τήνο την εικόνα σου να βρει”. Ο ύμνος αυτός όπως και όλοι οι άλλοι που ακούγονται το βράδυ της γιορτής αναφέρονται σε ένα πραγματικό ιστορικό γεγονός. Στο όνειρο της Μοναχής Πελαγίας στη Μονή Κεχροβουνίου τον Ιούλιο του 1822 στο οποίο εμφανίστησε ακτινοβολούσα η Παναγία υποδεικνύοντάς της το σημείο που έπρεπε να σκάψουν για το κτίσιμο του ναού / Το βράδυ της 30ης Ιανουαρίου του 1823 το νέο της εύρεσης της Εικόνας διαδόθηκε αστραπιαία στους κατοίκους του νησιού οι οποίοι κρατώντας λαδοφάναρα συνέρρεαν στο σημείο για να προσκυνήσουν. Αυτό το γεγονός τιμούν και γιορτάζουν κάθε χρόνο τέτοια μέρα οι πιστοί με τα Φαναράκια της Τήνου! [15] Πηγή: Βιβλίο της Ελένης Δάκη - Καλαμαρά: Στο κέντρο ψηλά ήταν ζωγραφισμένο το Άγιο Πνεύμα «εν είδει περιστεράς», ενώ γύρω από την Αγία εικόνα ήταν γραμμένο το ‘’ΕΥΑΓΓΕΛΙΖΟΥ ΓΗ ΧΑΡΑΝ ΜΕΓΑΛΗΝ. ΑΙΝΕΙΤΕ ΟΥΡΑΝΟΙ ΘΕΟΥ ΤΗΝ ΔΟΞΑΝ’’, με το οποίο η Παναγία προείπε στη μοναχή Πελαγία για την Αγία Εικόνα της. Το πίσω μέρος της Θείας εικόνας, που με τρόπο θαυμαστό διατηρήθηκε αυτή μέσα στη γη τόσα πολλά χρόνια, έχει σημάδια εμπρησμού, γιατί ο ναός του Αγίου Ιωάννου, μέσα στον οποίο βρισκόταν, είχε πυρποληθεί από τους Σαρακηνούς.