
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια κοπέλα, η Μυρσίνη. Ζούσε με την αδερφή της σε ένα χωριό κοντά στην Κορώνη. Είχε ακούσει ότι στο κάστρο της Κορώνης βρίσκεται η εκκλησιά της Παναγίας της Ελεήστριας και τρεις θαυματουργές εικόνες. Ήθελε να πάει να τις προσκυνήσει.
Μια μέρα η Μυρσίνη είδε στην ακρογιαλιά ένα γέρο ψαρά. Τόνε ρώτησε: «Μπάρμπα - Θανάση, έχεις πάει στην Παναγία την Ελεήστρια;» [1] «Στην εκκλησιά αυτή, κόρη μου, πήγαινα με την κυρά μου. Μα, γιατί ρωτάς; Θέλεις να πας;» «Ναι, γέροντα! Οι ντόπιοι λένε για τρεις εικόνες, που υπάρχουν στην εκκλησιά. Είναι παλαιές και βρέθηκαν με τρόπο θαυμαστό».
Ο ψαράς είπε: «Έτσι είναι. Μετά από όραμα μια γριάς από την Κορώνη[2] βρέθηκαν οι εικόνες. Μαρία την έλεγαν και για χρόνια έβλεπε σαν όραμα την Παναγία. Της έδειχνε τον τόπο όπου βρίσκονταν οι εικόνες, του ‘‘Εσταυρωμένου’’, της ‘‘Ελεήστριας’’ και του ‘‘Οσίου Λουκά’’.
Μία νύχτα η γριά ονειρεύτηκε ότι βρισκόταν εκεί που στέκει τώρα η εκκλησιά της Ελεήστριας. Παρουσιάζεται μπροστά της μια γυναίκα ντυμένη στα λευκά. Της λέει: ‘‘Να πεις στους ντόπιους να σκάψουν στο τάδε μέρος. Θα βρουν μέσα σε σχισμή βράχων τρεις μικρές εικόνες. Εκεί να μου χτίσουν εκκλησιά. Τα θεμέλια να τα βάλουν σε εκείνον το τοίχο, γιατί θα αντέχει σε σεισμούς, πολέμους και θεομηνίες’’.
Το όνειρο το έβλεπε η γριά κάθε Σεπτέμβριο για τρία χρόνια. Άλλοτε είδε ότι πριν βρουν τις εικόνες, θα έβρισκαν μια δεξαμενή με σκάλα. Τα θεϊκά οράματα η γριά δεν τα έλεγε σε κανέναν. Φοβόταν μήπως οι ντόπιοι την περιγελάσουν ή την θεωρήσουν τρελή.
Το 1897 της φανερώθηκε πάλι η Παναγία και είπε: ‘‘Να αναζητήσεις τις Άγιες εικόνες εκεί που σου υπέδειξα’’. Τρόμαξε η γριά και μίλησε για τα οράματά της. Έτσι, χωρικοί από την Κορώνη και τα γύρω χωριά πήγαν εκεί που τους είπε κι άρχισαν να σκάβουν. Μετά από μέρες βρήκαν τη δεξαμενή και τη σκάλα. Δεν βρήκαν τις εικόνες και σταμάτησαν τις εργασίες.
Εμφανίστηκε πάλι η Παναγία στη γριά και είπε: ‘‘Να συνεχίσετε τις εργασίες μέχρι να βρείτε τις Αγίες εικόνες. Για όσους θα περιφρονήσουν το θείο όραμα, θα φανεί σημάδι στον καρπό στο δεξί χέρι σου με τρεις μαύρες σφραγίδες’’. Ένα πρωί φάνηκαν στον καρπό της γριάς οι τρεις σφραγίδες. Όταν είδαν οι ντόπιοι το σημάδι, έτρεξαν στον ιερό τόπο και έσκαψαν ξανά.
Μετά από δέκα μέρες μέσα σε μεγάλη σχισμή βράχου βρέθηκαν οι εικόνες[3]. Την πρώτη ημέρα βρέθηκε η εικόνα ‘‘του Εσταυρωμένου’’, την δεύτερη ‘‘της Παναγίας’’ και την τρίτη ‘‘του Οσίου Λουκά’’. Η είδηση μαθεύτηκε στην Κορώνη κι ολούθε. Οι πιστοί έτρεξαν να τις προσκυνήσουν. Ύστερα οι ντόπιοι έκτισαν την εκκλησιά, με υποδείξεις της γριάς».
«Τι θαυμαστή ιστορία, μπάρμπα - Θανάση! Στο κάστρο πως φτάνει κανείς;» «Κόρη μου, άμα θες, σε βγάζω κοντά στο λιμάνι της Κορώνης με τη βάρκα μου. Το κάστρο στέκει πάνω από την παραλία που θα σε αφήσω. Θα ανηφορίσεις, θα βρεις την πύλη και μετά όλα είναι εύκολα».
«Σε ευχαριστώ, μπάρμπα - Θανάση! Πότε θα πάμε;» «Θα κινήσουμε το πρωί, κόρη μου! Θέλω να ρίξω δίχτυα στη θάλασσα κάτω από το κάστρο. Εσύ θα προσκυνήσεις και θα σε περιμένω να γυρίσουμε στο χωριό».
Την άλλη μέρα η Μυρσίνη και ο γερο - ψαράς ξεκίνησαν με τη βάρκα για την Κορώνη. Η κοπέλα ρώτησε: «Ξέρεις, γέροντα, κάποιο θαύμα της Παναγιάς της Ελεήστριας;»
«Ξέρω πολλά, Μυρσίνη μου! Μα θα σου πω τι συνέβη με τον τεχνίτη που έκτισε την εκκλησιά. Το έμαθα από έναν ψαρά στην Κορώνη. Κοντά εκεί που βρήκαν τις Άγιες εικόνες, στέκουν πλάι στην θάλασσα πελώριοι βράχοι. Χρησιμεύουν για την στήριξη του φρουρίου. Αυτούς τους εκμεταλλευόταν ένας εργολάβος που έφτιαχνε και την προκυμαία της Καλαμάτας. Το 1897 ένας πελώριος βράχος αποκόπηκε. Καταπλάκωσε δύο από τους Καρπάθιους εργάτες που δούλευαν εκεί. Έφυγαν και οι άλλοι εργάτες, γιατί φοβήθηκαν.
Ο εργολάβος έγραψε σε κάποιον τεχνίτη στην Κάρπαθο να πάρει μαζί του εργάτες και να πάει στην Κορώνη για εργασία. Ο τεχνίτης, ο Νικόλαος Μαλανδρής, δέχτηκε. Πριν φύγει από το νησί του, για τρεις νύχτες έβλεπε την Παναγία στον ύπνο του. Του έλεγε: ‘‘Να πάρεις μαζί σου τα εργαλεία για το χτίσιμο. Εκεί που θα πας θα σου ζητήσουν να χτίσεις εκκλησιά’’.
Έφτασε στην Κορώνη ο Νικόλαος. Λίγες μέρες μετά του ζήτησαν να κτίσει εκκλησιά. Αυτός δέχθηκε και μίλησε για τα οράματά του. Έτσι, με θεϊκή εύνοια, έκτισε την εκκλησιά της Παναγίας της Ελεήστριας».
Η Μυρσίνη είπε: «Η Παναγιά φρόντισε για το κτίσιμο της εκκλησιάς Της!» Ο ψαράς είπε: «Ναι, κόρη μου!»
Σε λίγο έφτασαν στην παραλία κάτω από το κάστρο. Η κοπέλα βγήκε από τη βάρκα και περπάτησε στην ακροθαλασσιά. Πήρε το δρόμο για την εκκλησιά της Παναγίας της Ελεήστριας. Ο ψαράς έριξε τα δίχτυα του και περίμενε.
Η Μυρσίνη βρήκε την εκκλησιά ανοιχτή και προσκύνησε τις τρεις θαυματουργές εικόνες. Της άρεσε η θέα από το κάστρο και περπάτησε για να δει τον τόπο. Σκεφτόταν πόσοι ξένοι κατακτητές κατείχαν την Κορώνη παλαιά. Είπε: «Αχ, πατρίδα μου… Ποτέ δεν ησυχάζεις! Φράγκοι, Βενετοί, Τούρκοι και άλλοι, όλοι από δω πέρασαν»[4].
Σαν πέρασε η ώρα, η Μυρσίνη πήγε να βρει τον γέρο - Θανάση. Ο ψαράς είχε τελειώσει τις δουλειές του και την περίμενε. Βάλανε πλώρη για το χωριό τους. Και ζήσανε αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.
Δήμητρα Μπουμποπούλου
[1] Πηγή: διαδίκτυο: www. enromiosini.gr - Ο χώρος που βρίσκεται σήμερα ο ναός, ήταν επικλινής και κατέληγε στην θάλασσα. Μετά από μακρόχρονη εργασία, μεταβλήθηκε σε μεγάλη, ευρύχωρη πλατεία. Το θέαμα είναι μοναδικό. Φαίνεται η είσοδος του Μεσσηνιακού κόλπου κι ο όρμος της Κορώνης με την αμμουδιά της. Σε αυτό το μέρος βρέθηκε η θαυματουργική εικόνα της Ελεήστριας.
[2] Πηγή: διαδίκτυο: www. enromiosini.gr - Της Μαρίας Σταθάκη.
[3] Πηγή: διαδίκτυο: www. enromiosini.gr - Βρέθηκαν στις 21, 22 και 23 Ιανουαρίου του 1897. / Ο ναός εορτάζει τρεις φορές: 1. την Παρασκευή της Ζωοδόχου Πηγής, 2. τη 14η Σεπτεμβρίου, 3. την 25η Μαρτίου. Κλήθηκε ο παπάς Παναγιώτης Δραγκειώτης για τα εγκαίνια της εκκλησιάς. Εκείνον υπέδειξε η Παναγία στο όραμα της γυναίκας.
[4] Πηγή: διαδίκτυο: Βικιπαίδεια - Τον 11ο και 12ο αιώνα, η Κορώνη συγκαταλέγεται στις πόλεις της Αυτοκρατορίας, στις οποίες οι Βενετοί, με σειρά χρυσόβουλων των Κομνηνών, διαθέτουν προνόμια για την ελεύθερη εμπορική διακίνησή τους. Το 12ο αιώνα, την πόλη επισκέφθηκε ο Άραβας γεωγράφος Εδρισι και το 1199 Γενουάτης πειρατής προσέβαλε την Κορώνη. Τέλος, το 1204, η πόλη περιήλθε στους Φράγκους, μετά από συμφωνία με τους κατοίκους της. // Βενετοκρατία-Τουρκοκρατία - Η Κορώνη καταλήφθηκε το 1205 από τους Σταυροφόρους της Δ΄ Σταυροφορίας. Το 1209 περιήλθε στην κυριαρχία των Βενετών, όπως και η γειτονική της Μεθώνη. Την περίοδο της Βενετοκρατίας χτίστηκε το κάστρο της πόλης. Το 1500 η πόλη πολιορκήθηκε από τον Σουλτάνο Βαγιαζήτ Β΄ που την κατέλαβε τη χρονιά αυτή. Από το 1532 κατέλαβε την πόλη ο Γενοβέζος ναύαρχος Αντρέα Ντόρια. Δύο χρόνια αργότερα ο ναύαρχος του σουλτάνου Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς, Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα ανακατέλαβε την πόλη. Μετά τον έκτο Βενετοτουρκικό πόλεμο η Κορώνη πέρασε στον έλεγχο των Βενετών όπως και η υπόλοιπη Πελοπόννησος. Η κυριαρχία αυτή διήρκεσε μέχρι το 1715 οπότε η Πελοπόννησος πέρασε πάλι στην κυριαρχία των Οθωμανών. Κατά τη διάρκεια της Επανάστασης του 1821 πολιορκήθηκε ανεπιτυχώς από τους Έλληνες. Τελικά παραδόθηκε στον στρατηγό Μαιζών το 1828, ο οποίος είχε αποβιβαστεί στην Πελοπόννησο, λίγο μετά τη Ναυμαχία του Ναυαρίνου.