Δεν γνωρίζω πού θα καταλήξει η «υπόθεση Μουζάλα», που προέκυψε από την αναφορά του ψευδοκράτους των Σκοπίων ως «Μακεδονία» στην πρόσφατη συνέντευξή του στον δημοσιογράφο Παύλο Τσίμα περί του προσφυγικού προβλήματος, αλλά την θεωρώ ως ευκαιρία για να αναφερθώ στις εμμονές της Αριστεράς, οι οποίες συχνά ακυρώνουν το βαρυσήμαντο ιδεολογικό-πολιτικό και κοινωνικό μήνυμά της. Λέγοντας «εμμονές» υπονοούμε την σταθερότητα που επιδεικνύουν τα κόμματα της Αριστεράς σε κάποιες ιδέες από τις οποίες πιστεύουν πως εξαρτάται η «αριστεροφροσύνη» τους και η συνέπεια στις ιδεολογικοπολιτικές τους κατευθύνσεις. Μερικές απ’ αυτές είναι η σχέση με τον Ορθόδοξο Χριστιανισμό, η έννοια της πατρίδας, η ερμηνεία της Ιστορίας υπό την αίρεση μικροκομματικών σκοπιμοτήτων και άλλες.
Κάθε ελληνικό αριστερό κόμμα, που σέβεται τον εαυτό του, προσποιείται πως δεν γνωρίζει ότι ένα μεγάλο τμήμα των μελών και τωνψηφοφόρων του πιστεύει στον Θεό και ανήκει στην Ορδόδοξη Εκκλησία, της οποίας το έργο και η προσφορά παραγνωρίζεται, διαστρεβλώνεταικαι αποσιωπάται συνειδητά. Η Αριστερά για να είναιΑριστερά πρέπει να διάκειται εχθρικά στην πίστη στο Θεό και να έχει αντικληρικαλιστικά στοιχεία. Κάθε τι που μπορεί να συνδέσει ένα αριστερό κόμμα με το χώρο της θρησκείας κρύβεται συστηματικά, ώστε να διατηρείται η τεχνητή βιτρίνα της αντιπαλότητας, που καλλιεργείται στα κομματικά γραφεία.
Πόσα μέλη και ψηφοφόροι του ΚΚΕ γνωρίζουν, άραγε, ότι ο ιστορικός ηγέτης τους Νίκος Ζαχαριάδης (1903-1973) σε άρθρο του στο «Ριζοσπάστη» με τίτλο «Ορθοδοξία»,στις 9 Σεπτεμβρίου 1945,έγραφε μεταξύ άλλων τα εξής:
«Τὸ ξάπλωμα καὶ ἡ ἐπικράτηση τῆς Ὀρθοδοξίας στὶς χῶρες καὶ τοὺς λαοὺς τῆς Ἀνατολικῆς καὶ Νοτιοανατολικῆς Εὐρώπης καθὼς καὶ στὴ Μικρασία καὶ τὴ Μέση Ἀνατολὴ ἀνταποκρίνεται ἱστορικὰ στὴν ἀντίδραση ποὺ προκαλοῦσαν οἱ τάσεις γιὰ πνευματική, πολιτικὴ καὶ οἰκονομικὴ ἐπέκταση καὶ ἐπιβολὴ τοῦ Δυτικοῦ Ρωμαϊκοῦ Κράτους καὶ τοῦ καθολικισμοῦ - παπισμοῦ. Μὰ ἡ ἐπικράτηση αὐτὴ δὲν ὀφείλεται μονάχα σὲ ἀρνητικὰ αἴτια. Ἔχει καὶ θετικὰ βάθρα, γιατί χωρὶς νὰ παραγνωρίζουμε τὶς ἐθνικὲς καὶ τοπικὲς ἰδιομορφίες, ἡ Ὀρθοδοξία ἰδεολογικὰ - πνευματικὰ ἀνταποκρίνεται σὲ μία νοοτροπία λαϊκή, σ᾿ ἕνα ἐσωτερικὸ ψυχικὸ δεσμό, ποὺ ὁ Εὐρωπαῖος κοσμοπολίτης ὀνομάζει «ἀνατολικὸ πνεῦμα» καὶ ὁ ξεπεσμένος καὶ ἔκφυλος Λεβαντίνος περιφρονεῖ μὰ ποὺ συγκεντρώνει καὶ ἐκφράζει ἐσωτερικὴ λαϊκὴ ἑνότητα καὶ ἐκδηλώνει ἀνώτερα ἰδεώδη καὶ χαρίσματα, ἄσχετα ἂν στὰ χρόνια ἐκεῖνα τῆς μεσαιωνικῆς κατάστασης καὶ τοῦ ἀσιατικοῦ δεσποτισμοῦ τοῦ Βυζαντίου κάνουν τὴν ἐμφάνισή τους μὲ μορφὴ θρησκευτικο-ἐκκλησιαστική.
Ἐδῶ θὰ πρέπει ἐπίσης νὰ τονίσουμε ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἀνατολικὴ Ἐκκλησία καὶ ἡ Χριστιανικὴ θρησκεία γενικότερα, ὅπως τὴν ἐκφράζει ἡ Ἐκκλησία αὐτή, παῖξαν ὄχι μόνο στὴ Ρωσία μὰ καὶ στὰ Βαλκάνια ἕναν προοδευτικὸ ρόλο τόσο σὰν παράγοντας ποὺ διευκόλυνε καὶ ἐπιτάχυνε τὴν ἐθνικὴ διαμόρφωση, συσπείρωση καὶ ἀνάπτυξη, παρέχοντάς της ἑνιαία ἰδεολογικὰ πλαίσια, ὅσο σὰν στοιχεῖο ποὺ στὰ χρόνια του ἐξανδραποδισμοῦ καὶ τῆς σκλαβιᾶς κάτω ἀπὸ τὴν ὀθωμανικὴ τυραννία συνέτεινε σημαντικὰ καὶ οὐσιαστικὰ στὸν ἐθνικοαπελευθερωτικὸ τότε ἀγῶνα, παρὰ καὶ ἐνάντια στὴν ἀντίδραση καὶ προδοσία ποὺ ἔκαναν σημαντικοὶ καὶ σημαίνοντες παράγοντες καὶ κορυφὲς τῆς Ὀρθοδοξίας ἰδιαίτερα στὸ Φανάρι. Εἶναι ἀναρίθμητα τὰ παραδείγματα ποὺ δείχνουν ὅτι Ταγοὶ καὶ ἁπλοὶ στρατευόμενοι τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱεραρχίας πάλεψαν καὶ μὲ τὸ ντουφέκι στὸ χέρι στὸ πλευρὸ τοῦ Λαοῦ καὶ ὅτι μοναστήρια καὶ μοναστήρια εἶχαν μεταβληθεῖ σὲ μπαρουταποθῆκες καὶ λαϊκὰ φρούρια».
Και δεν είναι μόνον αυτό. Το 1995 ο Γενικός Γραμματέας του ΚΚΕ Χαρίλαος Φλωράκης επισκέπτεται το Άγιον Όρος με τον ηθοποιό Τίτο Βανδή και άλλους κι εμφανίζει σαφή σημεία μεταστροφής, όσον αφορά την Ορθοδοξία, κάτι που δεν έχει ποτέ αμφισβητηθεί. Ιδού πώς περιγράφει το πέρασμά του από το Περιβόλι της Παναγιάς ο Ιερομόναχος Αθανάσιος Σιμωνοπετρίτης, ο οποίος αργότερα τον εξομολόγησε μέσα στο γραφείο του στον Περισσό κι άκουσε την τελευταία του επιθυμία:
«Θα σας πω για τον Χαρίλαο. Ήταν μια από τις συγκλονιστικότερες στιγμές που έζησα. Με ειδοποίησε ο Γέροντάς μας, ο οποίος έλειπε, ότι θα έλθει στη Μονή μας (τη Σιμωνόπετρα) ο Χαρίλαος Φλωράκης με 6-7 συντρόφους του. «Κοίταξε να τους περιποιηθείτε». Ήρθε μαζί με τον ηθοποιό Τίτο Βανδή. Τον ρώτησα: «Πρώτη φορά έρχεσαι εδώ, κ. Πρόεδρε;». «Δυστυχώς, πρώτη φορά», μου είπε. «Πως σε λένε;», με ρώτησε. «Είμαι ο π. Αθανάσιος», του είπα. «Πάπα-Θανάση, ήρθα εδώ στο Άγιον Όρος και νόμιζα ότι θα βρω γέρους κατουρημένους, αλλά εδώ βρήκα μοναχούς παλικάρια σαν κυπαρίσσια. Στο Βατοπέδι βλέπω ένα καλογεράκι και με φωνάζει: «Γεια σου, σύντροφε». «Εσύ από πού και ως πού σύντροφος;». «Ήμουν αρχηγός της ΚΝΕ της Κομοτηνής, όταν ήμουν λαϊκός». «Και πώς βρέθηκες εδώ;». «Δεν με ικανοποιούσε ο Μαρξ και αυτό που ήθελα το βρήκα στον Χριστό». «Όταν το άκουσα αυτό», είπε ο Φλωράκης, «μου ήρθε να άνοιγε η γη να με καταπιεί».
Πιάσαμε κουβέντα μέχρι να ετοιμαστεί το φαγητό. Τον ρώτησα: «Πως έτσι στο Άγιο Όρος;». Άρχισε να μου λέει πώς κατέληξε στο Μαρξ. «Πάντως και εσείς εδώ είσαστε ιδεολόγοι, μπράβο σας». Του απάντησα: «Δεν καθόμαστε εδώ πάνω στο βράχο για τις ιδέες, αυτές έρχονται και παρέρχονται, καθόμαστε για το πρόσωπο του Χριστού, γιατί ο Χριστός μένει στον αιώνα».
Αφού είπαμε διάφορα άλλα, του έκανα μια πρόταση: «Τώρα που ήρθες εδώ, είναι ευκαιρία να εξομολογηθείς». «Εγώ βρε να εξομολογηθώ; Δεν έχω αμαρτίες». «Πώς δεν έχεις αμαρτίες; Εμείς κάθε ημέρα εξομολογούμαστε στο Γέροντα και βρίσκουμε πάντα καινούργιες αμαρτίες. Εσείς μέσα στον κόσμο, στο κλαρί που λένε στα χωριά μας, και δεν κάνατε τίποτε; Δεν βλέπω να έχεις φτερά και να είσαι άγγελος...». «Αχ, βρε παιδί μου, ουδείς αναμάρτητος»! Με ρώτησε στη συνέχεια: «Πόσο χρονών με κάνεις;». «Εξήντα πέντε», του λέω. Βγάζει την ταυτότητά του και μου δείχνει ότι γεννήθηκε το 1914. «Βλέπεις; Ογδόντα συμπληρωμένα». «Κύριε Πρόεδρε, μήπως τα βιολογικά όρια είναι περιορισμένα; Μήπως είναι ευκαιρία τώρα που ήρθες στο Περιβόλι της Παναγίας να ξαλαφρώσεις;». «Δεν είμαι έτοιμος», μου είπε. Του λέω: «Άρα θα έχουμε άλλη ευκαιρία;».
Τον ρώτησα αν πιστεύει στον Θεό και μου είπε μια ιστορία από το βουνό και ότι πιστεύει. Τότε του λέω: «Γιατί πολεμάτε τον Θεό σαν κόμμα;». «Έλα, ρε παιδί μου, άστα αυτά». «Κύριε Πρόεδρε, κάνετε πίσω». «Έλα, ρε παιδί, μια ζωή... εύκολο ν' αλλάξεις;». «Τώρα μίλησες σωστά, κ. Πρόεδρε». Είπαμε πολλά και διάφορα.
Συνεχίζει την εξιστόρηση ο Αγιορείτης π. Αθανάσιος: «Αρρώστησα και βρέθηκα στο 401 στρατιωτικό νοσοκομείο της Αθήνας. Εκεί ήρθε ο διευθυντής του «ΑΝΤ», μου έδωσε το τηλέφωνο του Φλωράκη και μου είπε να του τηλεφωνήσω. Τον πήρα και του είπα: «Κύριε Πρόεδρε, τι έγινε, θυμήθηκες τη φακή που έφαγες;». «Όχι μωρέ -μου λέει- θυμήθηκα την αγάπη που δείξατε σε μένα». «Σε θέλω -μου είπε- να έρθεις στο σπίτι μου, να σου κάνω το τραπέζι». «Δεν μπορώ, κ. Πρόεδρε». «Τότε να έρθεις εδώ στον Περισσό ή μήπως φοβάται ο Θεός να έρθει στο ΚΚΕ;».Τέλος πάντων πήγα στον Περισσό. Ένας φύλακας με ρώτησε: «Τι θέλεις, παπά;». «Θέλω τον Φλωράκη», του λέω. Με οδήγησαν. Καθώς έμπαινα μέσα έπεσα πάνω σε έναν παλιό μου συμμαθητή, εγώ τον γνώρισα εκείνος όχι. «Τι του κάνατε του Χαρίλαου στο Άγιον Όρος, μεταμόσχευση μυαλού; Όταν ήρθε από το Άγιον Όρος μας κάλεσε όλους στο αμφιθέατρο και μας μίλησε για μιάμιση ώρα. Από τότε άλλαξε συμπεριφορά. Άνδρες κοιτάξτε να πάτε στο Άγιον Όρος. Δεν ξέρετε τι θησαυρό έχουμε στην πατρίδα μας... Κρίμα που πήγα στα ογδόντα μου». Τον βρήκα το Χαρίλαο Φλωράκη και αφού είπαμε μερικά, μου λέει: «Έχουμε ένα υπόλοιπο». «Τι υπόλοιπο;», ρώτησα. «Συ μου είπες ότι τα βιολογικά μας όρια είναι περιορισμένα. Θέλω να εξομολογηθώ».«Εξομολογήθηκε, ξεσκέπασε τον εαυτό του. Έχω κάνει χιλιάδες εξομολογήσεις, τέτοια εξομολόγηση δεν έχω κάνει».Μετά βγήκαμε και συναντήσαμε την κ. Παπαρήγα. «Αλέκα, αυτός είναι το πατριωτάκι μου, που σου έλεγα ο παπά Θανάσης». Εκείνη μου είπε: «Τι του κάνατε του Χαρίλαου στο Άγιον Όρος, μεταμόσχευση μυαλού;». Ο Φλωράκης τότε είπε: «Έπρεπε να είχα επισκεφθεί το Άγιον Όρος από νέος. Θα ήταν καλύτερα και για μένα και για την Ελλάδα». Είπαμε και άλλα πολλά. Ύστερα θέλησε να μου κάνει το τραπέζι στο «Ιντεάλ». Του είπα ότι με περίμενε ο Αρχιεπίσκοπος Σεραφείμ και δεν μπορούσα. Με συνόδευσε στην έξοδο και στο ασανσέρ μου είπε: «Έχω και κάτι που ξέχασα να σου πω, το έχω γράψει και στη διαθήκη μου, το λέω και σε σένα. Όταν πεθάνω, θέλω να με κηδεύσετε σαν ορθόδοξο χριστιανό, στο εξωκκλήσι του χωριού μου, στον Άη-Λια, να αγναντεύω τα Άγραφα και τον κάμπο». «Καλώς, κ. Πρόεδρε», του είπα και αποχαιρετηθήκαμε».
Η συνέχεια είναι γνωστή. Όταν ο Χαρίλαος πέθανε το 2005, το κόμμα του έκανε πολιτική κηδεία και δεν σεβάστηκε την τελευταία του επιθυμία να ταφεί δυο μέτρα από το Άγιο Βήμα του Αη-Λια!
Ανάλογη είναι η στάση των Αριστερών σε σχέση με την πατρίδα. Ενώ σε όλους τους εθνικούς αγώνες έδωσαν το παρόν με ηρωισμό και αυτοθυσία, στην καθημερινή πολιτική πρακτική τους κρατούν μια τόσο ιδιόρυθμη στάσησε σχέση με τα λεγόμενα «εθνικά θέματα», ώστε να δίνουν την ευκαιρία σε ακραίους εθνικιστικούς κύκλους να τους κατηγορούν ως απάτριδες και προδότες! Φέρονται μεπολιτική αφέλεια, θεωρώντας ως ήσσονος σημασίας ζητήματα π.χ. την ονομασία του κράτους των Σκοπιων, την απόδοση σεβασμού στην εθνική σημαία, τις εθνικές εορτές κτλ.
Σχιζοφρενική, ας μας επιτραπεί η έκφραση, είναι η σχέση της Αριστεράς με την Ιστορία. Προκειμένου να εξυπηρετηθούν ιδεολογικο-πολιτικοί σκοποί, όλα περνούν από την προκρούστειο κλίνη της. Εν ονόματι της «επιστημονικής αλήθειας» αμφισβητούνται πρόσωπα και γεγονότα κι επιχειρείται μια δεύτερη γραφή, ιδίως της νεότερης Ιστορίας, παρά την θύελλα των αντιδράσεων. Η αγωνία των Ελλήνων της Σμύρνης στην προκυμαία του λιμανιού της το 1922, βαφτίζεται «συνωστισμός», η περίοδος της τουρκοκρατίας εξωραϊζεται, οι Έλληνες Κλέφτες εμφανίζονται σαν παράνομοι του κοινού ποινικού δικαίου, οι ήρωες του 1821 αμαυρώνονται, η γενοκτονία των Ποντίων αποχαρακτηρίζεται...
Αυτό το ιδιόμορφο αριστερό πνεύμα «παγίδευσε» τον αξιόλογο κι επιτυχημένο, κατά γενικήν ομολογία, υπουργό για το μεταναστευτικό, κάνοντάς τον να αναφέρει τα Σκόπια ως «Μακεδονία», προκαλώντας κυβερνητική κρίση. Καλό θα ήταν όλα τα μέλη της Κυβερνήσεως να συνειδητοποιήσουν πως, ανεξάρτητα από τα δικά τους προσωπικά «πιστεύω», οφείλουν να σέβονται και τα «πιστεύω» της πλειονότητας των Ελλήνων, που τους διακρίνει ιδιαίτερη ευαισθησία απεναντι στην πίστη των πατέρων τους, στην εθνική τους Ιστορία και σ’ αυτήν την πατρίδα, που πρέπει να την «έχομε όλοι μαζί», κατά τον Στρατηγό Μακρυγιάννη!




