Το «παραμύθι» της Αγίας Θεοδώρας (Βάστα, Αρκαδία)

Το παραμυθοδιήγημα της εβδομάδας στον «Λακωνικό Τύπο»
Παρασκευή, 06 Μάιος 2022 12:22 | | E-MAIL ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Το «παραμύθι» της Αγίας Θεοδώρας (Βάστα, Αρκαδία)

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια όμορφη και συνετή κόρη, που την  έλεγαν Θεοδώρα. Ζούσε με τους γονιούς της σε ένα χωριό της Αρκαδίας[1]. Η φαμελιά της ήταν φτωχή. Οι δικοί της ήταν άνθρωποι ταπεινοί και καλόψυχοι.

Η Θεοδώρα έμαθε από μικρή να σέβεται τους ανθρώπους και να τιμά το Θεό. Σαν μεγάλωσε, θέλησε να γίνει μοναχή. Οι γονείς της δεν ήξεραν ότι η Θεοδώρα είχε αποφασίσει να μονάσει. Δεν τους το είχε πει. Ένα πρωί η Θεοδώρα είπε στη μάνα της: «Θα πάω να μαζέψω χόρτα». Η μάνα της λέει: «Να πας, κόρη μου, μα να γυρίσεις νωρίς».

Η κόρη έφυγε από το φτωχικό των γονιών της. Είχε αποφασίσει να συνεχίσει τη ζωή της σε μοναστήρι. Πήρε μαζί της ένα σκούφο. Δρόμο πήρε, δρόμο άφησε η Θεοδώρα και συλλογιόταν σε ποια μονή να πάει, για να μην την βρουν οι δικοί της. Δεν ήθελε να γυρίσει πίσω στο σπίτι. Εκεί που προχωρούσε, συνάντησε μια γριούλα με το γαϊδουράκι της. Τη ρώτησε: «Κυρούλα, ξέρεις κάποια μονή αφιερωμένη στην Παναγιά; Θέλω να εκπληρώσω ένα τάμα». «Ξέρω, κόρη μου, την ανδρική μονή της Παναΐτσας[2]. Μα είναι μακριά. Θα νυχτωθείς, άμα πας με τα πόδια. Καλύτερα να ξεκινήσεις μέρα με το άλογο». «Σε ευχαριστώ, κυρούλα!».

Η γριούλα συνέχισε το δρόμο της. Η Θεοδώρα κάθισε σε μια πέτρα και συλλογιόταν: «Δεν είναι φρόνιμο να πάω σε ανδρικό μοναστήρι να μονάσω. Μα, αν το κάνω, οι γονείς μου θα χάσουν ολότελα τα ίχνη μου. Κι  αυτό είναι που θέλω. Από την άλλη, οι μοναχοί δε θα με δεχτούν. Αν, όμως, μεταμφιεστώ σε άντρα, θα με κρατήσουν στη μονή της Παναΐτσας και θα ωφεληθώ. Ανάμεσα σε μοναχούς θα κάνω πιότερη άσκηση από ό,τι θα έκανα σε γυναικείο μοναστήρι. Έτσι θα κάμω. Θα παρουσιαστώ ως παλικάρι με το όνομα ‘‘Θεόδωρος’’. Αν είναι θέλημα Θεού, θα με κρατήσουν εκεί. Ειδάλλως, όλα θα φανερωθούν και θα με διώξουν».

Έτσι είπε κι έτσι έκανε η Θεοδώρα. Σταμάτησε σε ένα χωριό μακριά από το δικό της, αγόρασε ρούχα και ποδήματα ανδρικά. Έκοψε κοντά τα μαλλιά της, φόρεσε το σκούφο της και ξεκίνησε για τη μονή της Παναΐτσας. Προχώρησε κι έφτασε εκεί το βράδυ. Είχε αποκάμει από το περπάτημα. Στάθηκε έξω από την πόρτα του μοναστηριού και χτύπησε δυνατά.

Της άνοιξε ένα καλογεροπαίδι και ρώτησε: «Τι ζητάς, παλικάρι; Πως σε λένε;» «Θεόδωρο με λένε. Ήρθα, γιατί θέλω να μονάσω». Ο καλόγερος είπε: «Πέρασε μέσα, Θεόδωρε, να σε δει ο ηγούμενος. Εκείνος θα κρίνει, αν κάνεις για καλογερική ζωή».

Έτσι, ο ‘‘Θεόδωρος’’ μπήκε μέσα και παρουσιάστηκε στον ηγούμενο. Εκείνος δεν κατάλαβε ότι ήταν κοπέλα. Έκρινε ότι ο ‘‘νέος’’ μπορούσε να μείνει εκεί ως δόκιμος. Έτσι η Θεοδώρα έμεινε στη μονή ως ‘‘Θεόδωρος’’ κι έγινε παράδειγμα υπομονής, ταπείνωσης και υπακοής. Ο ηγούμενος και οι άλλοι μοναχοί θαύμασαν τις αρετές και τα χαρίσματά του. Έτσι,  εμπιστεύτηκαν στο ‘‘νέο’’ τις εξωτερικές εργασίες της μονής. Ο ‘‘Θεόδωρος’’ χάρηκε, γιατί αυτό το διακόνημα το έκαναν μοναχοί με εμπειρία στην πνευματική ζωή.

Πέρασε καιρός και ο ‘‘Θεόδωρος’’ ζούσε καλά στο μοναστήρι. Κάποτε, όμως, ξέσπασε λιμός στην Πελοπόννησο. Ο κόσμος και οι μοναχοί λίγο έλειψε να πεθάνουν από ασιτία. Ο ηγούμενος της Μονής της Παναΐτσας σκέφτηκε ότι ο ‘‘Θεόδωρος’’ θα μπορούσε να βοηθήσει τους ανθρώπους της περιοχής, αλλά και τους μοναχούς. Μια μέρα κάλεσε τον μοναχό ‘‘Θεόδωρο’’ και του είπε: «Είναι καλό να πας στα σπίτια των Χριστιανών. Εκείνοι που έχουν αποθηκεύσει τρόφιμα, πρέπει να βοηθήσουν τους φτωχούς. Πήγαινε στα πλουσιόσπιτα. Πείσε τους αφεντάδες να στερηθούν κάμποσα για χάρη των πολλών. Αν μπορείς, εξοικονόμησε κάτι και για το μοναστήρι».

Ο ‘‘Θεόδωρος’’ την ίδια μέρα ξεκίνησε με το μουλάρι του για πόλεις και χωριά. Πήγε σε πολλά σπίτια Χριστιανών, πλουσίων και φτωχών. Έκαμε ό,τι τον ορμήνεψε ο ηγούμενος και κατάφερε να βοηθήσει κάμποσο κόσμο.

Μα στη διάρκεια της περιοδείας του έγινε κάτι που ο μοναχός δεν το περίμενε. Μια κοπέλα, κόρη πλουσίου γαιοκτήμονα, ξεστόμισε κατηγορία για το μοναχό ‘‘Θεόδωρο’’. Σαν έφυγε ο μοναχός από το σπίτι της φαμελιάς της, όπου έμεινε για λίγο, εκείνη τον συκοφάντησε.  Είπε στον πατέρα της: «Ο καλόγερος με άφησε έγκυο!» Οι γονείς της δεν πίστευαν στα αφτιά τους. Σκέφτηκαν ότι κινδυνεύει η τιμή και το όνομά τους. Θύμωσαν και έτρεξαν στο μοναστήρι να βρούνε το μοναχό  ‘‘Θεόδωρο’’.

Σαν τον βρήκαν, οι γονιοί της κοπέλας τον πρόσταξαν: «Ακολούθησέ μας!» Ο μοναχός αρνήθηκε την κατηγορία και είπε: «Δεν άγγιξα ούτε τρίχα της κόρη σας. Μα αφού το θέλετε, θα σας ακολουθήσω. Δεν έχω κάτι να κρύψω, ούτε να φοβηθώ».

Έτσι κι έγινε. Ο Θεόδωρος ακολούθησε την οικογένεια της κοπέλας. Οι δικοί της τον παρέδωσαν στις δικαστικές αρχές σε σύντομη δίκη. Οι δικαστές έκριναν το Θεόδωρο ένοχο. Διέταξαν το αποκεφαλισμό του. Η μεταμφιεσμένη σε άντρα Θεοδώρα μπορούσε να αποδείξει την αθωότητά της και να ομολογήσει ότι δεν είναι άντρας, αλλά γυναίκα. Μα δεν το έκανε. Προτίμησε να σηκώσει το βάρος της συκοφαντίας.

Ο δήμιος οδήγησε το ‘‘Θεόδωρο’’ στο χωριό Βάστα[3], όπου μαρτύρησε. Όταν αποκεφάλισε το μάρτυρα, οι κατήγοροι είδαν το γυναικείο σώμα της Θεοδώρας γυμνό. Μετάνιωσαν και ζήτησαν από το Θεό να τους συγχωρέσει, γιατί οδήγησαν στο χαμό μια αθώα κοπέλα. Οι μοναχοί και ο Ηγούμενος του μοναστηριού, όπου ασκήτευε η Θεοδώρα, έμαθαν για τη θυσία της. Έτρεξαν στον τόπο του μαρτυρίου. Κάποιοι λένε ότι έθαψαν το κορμί της στη Βάστα, κάποιοι άλλοι ότι το έθαψαν στο μοναστήρι της ‘‘Παναΐτσας’’.

Η Αγία Θεοδώρα πριν την αποκεφαλίσουν, ζήτησε από το Θεό: «Το κορμί μου να γίνει  εκκλησάκι, τα μαλλιά μου δέντρα και το αίμα μου ποτάμι για να τα ποτίζει». Πράγματι, στη στέγη του ξωκλησιού της Αγίας φύτρωσαν δεκαεφτά δέντρα.[4] Ας έχουμε όλοι την προστασία της.

Δήμητρα Μπουμποπούλου

[1] Πηγή: saint.gr: Η Αγία Θεοδώρα καταγόταν από την Πελοπόννησο. Για αυτό κι από κάποιους ονομάζεται Αγία Θεοδώρα η «Πελοποννήσια». Ως προς την καταγωγή της πιθανότερες περιοχές φαίνεται να είναι η Αρκαδία και η Μεσσηνία. / Έζησε κατά τον 9ον αιώνα μ.Χ. (κατά άλλους τον 10ο) στα χρόνια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Οι γονείς της υπήρξαν άνθρωποι πτωχοί και άσημοι.  Αγαπούσαν τον Θεό και μετέδωσαν στα παιδιά τους την πίστη στο Χριστό. Από μικρή ηλικία η Θεοδώρα είχε ιδιαίτερη αγάπη και κλίση προς τα θεία. Αγαπούσε τον Θεό σε τέτοιο βαθμό που επιθύμησε να αφιερώσει όλη της την ζωή σε Αυτόν. Αποκτούσε μέρα με τη μέρα αυτό που οι Άγιοι Πατέρες ονομάζουν «Έρωτα Χριστού».
[2] Πηγή: διαδίκτυο: saint.gr - Η μονή βρίσκεται στα όρια των Νόμων Αρκαδίας – Μεσσηνίας.
[3] Πηγή: διαδίκτυο: saint.gr - Στην περιοχή της Αρκαδίας.
[4] Πηγή: διαδίκτυο: saint.gr - Τα οποία στέκουν κι ομολογούν ότι «Όπου θέλει ο Θεός, νικιέται η τάξη της φύσης». Όσοι προσκυνητές πάνε στο ξωκλήσι στη μνήμη της Αγίας, στις 11 του Σεπτέμβρη, μπορούν να δουν το θαυμαστό αυτό θέαμα.

ΔΕΙΤΕ ΤΑ ΟΛΑ ΣΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΒΙΒΛΙΟ
του Ανδρέα Πετρουλάκη
Το κλίκ της ημέρας
του Ανδρέα Πετρουλάκη

Πρόσφατα Νέα

Koutsoviti

Η δική σας είδηση