Η Βασιλική και το τάμα στον Άγιο Εφραίμ[1] (Νέα Μάκρη)

Το παραμυθοδιήγημα της εβδομάδας στον «Λακωνικό Τύπο»

Παρασκευή, 08 Ιούλιος 2022 12:16 | | E-MAIL ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Η Βασιλική και το τάμα στον Άγιο Εφραίμ[1] (Νέα Μάκρη)

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν η Βασιλική. Ζούσε με τη μάνα της στην Αθήνα. Ήτανε μοδίστρα. Ήθελε να πάει στη μονή του Άγιου Εφραίμ στη Νέα Μάκρη. Πάντα προσευχόταν και ζητούσε τη φώτισή Του. Κι ο Άγιος πάντα τη βοηθούσε.  

Μια μέρα η Βασιλική είπε στη μάνα της: «Θα πάω στη Νέα Μάκρη, στον Άγιο Εφραίμ. Το έχω τάξει». «Κόρη μου, πως θα πας τόσο μακριά;» «Μάνα, θα ξεκινήσω το πρωί με το μουλάρι του μπάρμπα Γιάννη. Θα διανυκτερεύσω στη μονή». «Ο μπάρμπα Γιάννης χρειάζεται το ζωντανό για τις δουλειές του. Θα πας μόνο για μια βραδιά!». «Εντάξει, μάνα!».

Έτσι η Βασιλική έτρεξε στο σπίτι του μπάρμπα Γιάννη και είπε: «Γεροντάκι, χρειάζομαι το μουλάρι σου για δύο μέρες. Θα το προσέχω!». Ο μπάρμπα Γιάννης ρώτησε: «Πού θα πας, κοπελούδα;» «Θα πάω στη μονή του Αγίου Εφραίμ, καλέ μου γέροντα». «Αχ, κοπελούδα μου, κατάγομαι από τα Τρίκαλα. Κι ο Άγιος, που μελετάς, από εκεί καταγόταν. Η μακαρίτισσα η γυναίκα μου του είχε μεγάλη αγάπη. Για χάρη της, θα σου κάμω το χατίρι».

«Τι ξέρεις για τον Άγιο Εφραίμ, μπάρμπα  Γιάννη;» «Ξέρω, κόρη μου, ότι γεννήθηκε στα Τρίκαλα[2]. Το κοσμικό του όνομα ήταν Κωνσταντίνος Μόρφης. Ορφάνεψε από πατέρα μικρός. Η μάνα του μεγάλωσε αυτόν και τα εφτά αδέρφια του. Σαν έγινε ο Κωνσταντίνος δεκατεσσάρων χρονών, για να μην τον πάρουν οι Τούρκοι στο παιδομάζωμα και τον κάνουν γενίτσαρο, πήγε στην Μονή του Ευαγγελισμού της Παναγίας στο βουνό των Αμώμων[3].

Το 1424 οι Τούρκοι μπήκαν στο μοναστήρι του Ευαγγελισμού κι έσφαξαν τους μοναχούς. Μα ο μοναχός Εφραίμ έλειπε στη σπηλιά του πάνω στο βουνό. Είχε πάει για προσευχή. Μόλις γύρισε, είδε τους νεκρούς μοναχούς. Θρήνησε και τους έθαψε.

Τον άλλο χρόνο, στις 14 Σεπτεμβρίου, ξαναπήγαν οι Τούρκοι στο μοναστήρι και βρήκαν τον Άγιο. Τον έπιασαν και τον βασάνισαν κοντά εφτά μήνες[4]. Τον κρέμασαν ανάποδα σε ένα δένδρο, τον κάρφωσαν στα πόδια και το κεφάλι. Το σώμα του το διαπέρασαν με αναμμένο ξύλο. Έτσι ξεψύχησε με μαρτυρικό θάνατο. Το μοναστήρι του Αγίου Εφραίμ είναι από τα παλαιότερα. Στα χρόνια της Τουρκιάς έγιναν εκεί πολλές σφαγές.

Η Βασιλική ρώτησε το μπάρμπα Γιάννη: «Τι έκαμαν οι Τούρκοι το κορμί του μοναχού Εφραίμ;» «Το έθαψαν, κόρη μου, κοντά στο παλαιό μοναστήρι. Τα λείψανα του Αγίου φανερώθηκαν πεντακόσια χρόνια μετά[5]». «Σε ευχαριστώ, μπάρμπα Γιάννη! Να πάρω το μουλάρι;» «Πάρτο και να προσέχεις! Κορίτσι πράμα εσύ, να πας μόνη σου τόσο μακριά;» «Το τάμα είναι τάμα, μπάρμπα Γιάννη!» «Έτσι είναι, Βασιλική… ‘‘Μην τάξεις σε Άγιο και σε μικρό παιδί’’ λέγανε οι παλιοί. Καλό δρόμο!».

Ύστερα η Βασιλική σέλωσε το μουλάρι και τράβηξε για το σπίτι της. Το πρωί ξεκίνησε για τη Νέα Μάκρη[6]. Κατά το γιόμα έφτασε στους πρόποδες του βουνού των Αμώμων. Ένα παλικάρι πέρασε από κει. Η Βασιλική τον ρώτησε: «Είναι μακριά η μονή του Αγίου Εφραίμ;» «Κάνε κουράγιο, κοπέλα μου, γιατί έχεις ακόμα δρόμο». «Γνωρίζεις, παλικάρι, πως βρέθηκαν τα λείψανα του Αγίου;» «Ναι, κοπέλα μου! Η μοναχή Μακαρία, τα βρήκε[7] στα ερείπια της παλιάς μονής του Ευαγγελισμού, του βουνού των Αμώμων. Είχε πάει εκεί για να φτιάξει ένα κελάκι και να προσεύχεται. Καθάρισε τα γκρεμίσματα της παλιάς εκκλησιάς, για να την ξαναφτιάξει. Συλλογιόταν ότι εκεί θα είχαν ζήσει πολλοί μοναχοί. Προσευχόταν να της φανερωθεί ένας από αυτούς. Μια φωνή μέσα της έλεγε: «Σκάψε και θα βρεις αυτό που ζητάς!». Της είχε φανερωθεί κι ένα σημάδι στο προαύλιο του μοναστηριού.

Η μοναχή στην αρχή δίσταζε. Πέρασε καιρός και το αποφάσισε. Έβαλε έναν εργάτη να σκάψει εκεί[8]. Ο εργάτης βρήκε ένα κεφάλι σε τόπο που ευωδίαζε[9]. Το ίδιο βράδυ η μοναχή διάβαζε τον εσπερινό. Άκουσε βήματα από τον τάφο. Αντηχούσαν έως την πόρτα της εκκλησίας. Εκεί  πρωτοείδε τον Άγιο. Ήταν ψηλός με σκουρόχρωμα μάτια και μαύρα γένια που έφταναν ως στο λαιμό. Φορούσε ρούχα μοναχού. Στο ένα του χέρι είχε μία φλόγα. Με το άλλο ευλογούσε. Ζήτησε να τον βγάλουν από εκεί.

Έτσι κι έγινε. Την άλλη μέρα η Ηγουμένη καθάρισε τα οστά. Τα έβαλε σε θυρίδα στο Ιερό της εκκλησιάς. Το βράδυ ο Άγιος φανερώθηκε στον ύπνο της και είπε: ‘‘Το όνομά μου είναι Εφραίμ[10]’’».

«Να είσαι καλά, παλικάρι! Δεν έχω ακούσει πιο θαυμαστή ιστορία». «Καλό δρόμο, κοπέλα μου! Ο Άγιος Εφραίμ είναι πολύ θαυματουργός. Πολλά έχουν δει τα μάτια μου στο μοναστήρι του. Άλλο να στα λέω, κι άλλο να τα βλέπεις. Θα ανατριχιάσεις!».

Η Βασιλική έμεινε μόνη και συλλογιόταν τα λόγια του παλικαριού. Ευθύς ένιωσε να της φεύγει η κούραση. Καβαλίκεψε το μουλάρι και κατά το σούρουπο έφτασε έξω από το μοναστήρι. Ξεπέζεψε και προχώρησε. Χτύπησε την πόρτα. Σε λίγο μια μοναχή φάνηκε. Είπε: «Καλωσόρισες, κόρη μου! Πέρασε, για να αμπαρώσω την πόρτα από μέσα. Έρχεσαι από μακριά;» «Ναι, γερόντισσα! Απόκαμα τόσες ώρες καβάλα στο μουλάρι». Η μοναχή την πήγε στην τραπεζαρία. Της έβαλε να φάει. Η κοπέλα έφαγε και στυλώθηκε.

Ύστερα η μοναχή οδήγησε τη Βασιλική σε ένα κελάκι και είπε: «Πέσε να ξαποστάσεις. Ο ύπνος θα σε συνεφέρει. Καλή σου νύχτα!» «Καληνύχτα, γερόντισσα!»

Το πρωί η Βασιλική πήγε στην εκκλησιά. Προσκύνησε την εικόνα του Αγίου και το λείψανό του. Ένιωσε μια ευωδία να την τυλίγει. Την έπιασε δέος. Είπε: «Άγιε Εφραίμ, εσένα έχω προστάτη μου!». Μετά είδε το δέντρο, όπου μαρτύρησε ο Άγιος. Έκανε το σταυρό της και βγήκε έξω στην αυλή του μοναστηριού. Η γερόντισσα τη ρώτησε: «Πρώτη φορά έρχεσαι εδώ;» Εκείνη είπε: «Ναι… Το είχα τάξει. Ο τόπος εδώ είναι όμορφος». «Να έρχεσαι, όποτε θες, κόρη μου. Ο Άγιος Εφραίμ να σε σκέπει στη ζωή σου. Πόσο θα μείνεις;» «Θα φύγω το μεσημέρι. Ευχαριστώ για τη φιλοξενία, γερόντισσα!».

Η Βασιλική καβάλησε το μουλάρι της και πήρε το δρόμο του γυρισμού με την ευχή της γερόντισσας. Έφτασε στο σπίτι της το βράδυ. Η μάνα της τη ρώτησε: «Είσαι καλά, παιδί μου;» «Καλά είμαι, μάνα! Σου έφερα λαδάκι από τον Άγιο Εφραίμ». Κι έζησαν αυτές καλά κι εμείς καλύτερα.

Δήμητρα Μπουμποπούλου


[1] Ο Άγιος Εφραίμ γιορτάζει στις 3 Ιανουαρίου - εύρεση των τιμίων λειψάνων του - και στις 5 Μαΐου το μαρτυρικό του τέλος.
[2] Στις 14 Σεπτεμβρίου 1384.
[3] Άμωμων = Καθαρών, άψογων, άμεμπτων
[4] Τα μαρτύρια του Αγίου τελείωσαν στις 5 Μαΐου 1426 ήμερα Τρίτη και ώρα 9 το πρωί.
[5] Στις 3 Ιανουαρίου 1950.
[6] Πηγή: διαδίκτυο: Βικιπαίδεια - Η Νέα Μάκρη ιδρύθηκε το 1924, από τον Αντώνιο Τζιζή, όταν έφθασαν οι πρώτοι κάτοικοι, πρόσφυγες από τα παράλια της  Λυκίας  της  Μικράς Ασίας, από τις ιωνικές κωμοπόλεις Μάκρη και Λεβίσσι. Οι πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν στην θέση Ξυλοκέριζα το 1923. Απαλλοτρίωσαν τη βαλτώδη περιοχή από τα οικόπεδα που ήταν μέχρι τότε ιδιοκτησία της Μονής Πεντέλης. Οι πρόσφυγες βρήκαν στην περιοχή οικογένειες Σαρακατσάνων κτηνοτρόφων στις περιοχές Ξυλοκέριζα και Ανατολή και 7 οικογένειες προσφύγων, που έφτασαν από την Σμύρνη στον πρώτο διωγμό των χριστιανών το 1913. Το σύνολο των τότε κατοίκων της Ξυλοκέριζας ήταν 90. Οι πρόσφυγες απέκτησαν σχέσεις με τους Σαρακατσάνους που τους βοήθησαν στο χτίσιμο της νέας πόλης… Η διανομή των κτημάτων ολοκληρώθηκε το 1931. Τα κτήματα δόθηκαν με κλήρο σε 86 οικογένειες Μακρολιβησιανών, 6 οικογένειες Σμυρνιών και λίγους ακτήμονες. Το 1948 έγινε η τελευταία διανομή σε στρατεύσιμους του Ελληνοαλβανικού πολέμου και ακτήμονες.
Τις πρώτες δεκαετίες η Νέα Μάκρη ήταν αγροτικός οικισμός. Οι πρόσφυγες συνάντησαν δυσκολίες από την μορφολογία της περιοχής με τους βάλτους και τους θάμνους. Μετά την Κατοχή ξεκίνησαν οι πρώτες προσπάθειες για την εκβιομηχάνιση του οικισμού με αύξηση της εμπορικής δραστηριότητας των επιχειρηματιών της Νέας Μάκρης και την κατασκευή πολλών τουβλοκάμινων.
Η πιο σοβαρή προσπάθεια έγινε από τον επιχειρηματία Χαρίτωνα Τριανταφυλλόπουλο με την κατασκευή εργοστασίου προϊόντων πορσελάνης (1952) και πυρίμαχων υλικών με πρώτες ύλες από ιδιόκτητα ορυχεία του επιχειρηματία στην Μήλο. Το εργοστάσιο πορσελάνης του Τριανταφυλλόπουλου ήταν για 15 χρόνια ο βασικός προμηθευτής της ΔΕΗ σε πυρίμαχα υλικά. Εξυπηρετούσε πλήθος από εργάτες της Νέας Μάκρης και των γύρω περιοχών. Έκλεισε (1969) λόγω υπέρογκων χρεών του επιχειρηματία στην Τράπεζα Πειραιώς.
Έγραψε η ηγουμένη Μακαρία: «Γονάτισα με ευλάβεια και ασπάστηκα το σκήνωμα του Αγίου. Ένιωσα βαθιά την έκταση του μαρτυρίου του. Η ψυχή μου γέμισε αγαλλίαση… Πήρα το χώμα με προσοχή κι έβλεπα την αρμονία του σκηνώματός του. Αν και τόσους αιώνες μέσα στη γη, δεν είχε αλλοιωθεί». Η Ηγουμένη Μακαρία έβγαλε το σκήνωμα και το έβαλε σε μία θυρίδα πάνω από τον τάφο. Ήταν φανερό ότι επρόκειτο για μοναχό. Το ράσο του είχε παραμείνει άθικτο.
[7] Η μοναχή Μακαρία Δεσύπρη βρήκε το ιερό σκήνωμα στις 3 Ιανουαρίου 1950 στον τόπο όπου σήμερα βρίσκεται η Ιερά Μονή Αμώμων. Έτσι επιβεβαιώθηκαν τα λεγόμενα και οι εμφανίσεις του Αγίου που πραγματοποιήθηκαν μέχρι τότε.
[8] Ο εργάτης ήθελε να σκάψει οπουδήποτε αλλού εκτός από το σημείο που του έδειχνε η μοναχή. Τον άφησε να σκάψει όπου ήθελε εκείνος, όμως εκείνη προσευχόταν να μην μπορεί να το κάνει. Έτσι και έγινε. Ο εργάτης ήρθε μετά να σκάψει και στο σωστό σημείο.
[9]Πηγή: διαδίκτυο: Βικιπαίδεια – Η μοναχή έχτισε το κελί της κοντά στα ερείπια το 1945. Σκεφτόταν ότι σε εκείνο το μέρος είχαν ζήσει πολλοί μοναχοί. Μέλημά της ήταν να της φανερωθεί κάποιος από αυτούς. Προσευχήθηκε στον Κύριο για αυτό. Της έλεγε η ψυχή της να σκάψει και να βρει αυτό που επιθυμούσε. Της υποδεικνυόταν και το σημείο το οποίο θα έσκαβε. "Καθισμένη πάνω στα ερείπια του παλιού μοναστηριού, όπου η θεία Πρόνοια οδήγησε τα βήματά μου, έφερνα το στοχασμό μου σε χρόνια περασμένα, σε παλιούς καιρούς, όταν σκορπισμένα ήταν παντού τα κόκαλα των Άγιων Μαρτύρων... Και καθώς καταγινόμουν στο καθάρισμα των χαλασμάτων, αναλογιζόμουνα ότι βρισκόμουνα σε τόπο ιερό και έλεγα: Θεέ μου αξίωσέ με την ανάξια, να ιδώ και εγώ έναν από τους παλιούς πατέρες που εδώ έζησαν..." / Είχε σφηνωθεί στο νου της ένα σημείο κοντά σε ένα μισογκρεμισμένο τζάκι. Μαζί με ένα εργάτη το 1950 βρήκαν κάτω από το τζάκι ένα κελί μοναχού γύρω στα 1 μέτρα και 70 εκατοστά, μαζί με ένα σκήνωμα που ευωδίαζε. Το ράσο του ήταν ανέπαφο και είχαν περάσει 500 χρόνια από την κοίμησή του. / Προσεκτικά ξέθαψε η ίδια όλο το σκήνωμα, διότι ο εργάτης έσκαβε νευρικά και σα να έκανε αγγαρεία. Ύστερα το τοποθέτησε σε μια θυρίδα πάνω από τον τάφο. Η ίδια τότε είπε: «Γονάτισα με ευλάβεια και ασπάστηκα το σκήνωμα του Αγίου και αισθάνθηκα βαθιά την έκταση του μαρτυρίου του. Η ψυχή μου γέμισε από αγαλλίαση, απέκτησα μεγάλο θησαυρό, και παίρνοντας το χώμα με προσοχή έβλεπα την αρμονία του σκηνώματός του, που, αν και τόσους αιώνες μέσα στη γη, δεν είχε αλλοιωθεί»
[10] Πηγή: διαδίκτυο: Βικιπαίδεια - Το λείψανο του Αγίου Εφραίμ φυλάσσεται εκεί από τότε. Ο Άγιος, με τη χάρη του Θεού, έχει κάνει χιλιάδες θαύματα. Στον περίβολο της Μονής υπάρχει η μουριά πάνω στην οποία ο Άγιος Εφραίμ ξεψύχησε.

ΔΕΙΤΕ ΤΑ ΟΛΑ ΣΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΒΙΒΛΙΟ
του Ανδρέα Πετρουλάκη
Το κλίκ της ημέρας
του Ανδρέα Πετρουλάκη

Πρόσφατα Νέα

Koutsoviti

Η δική σας είδηση